Σύγχρονη Τέχνη…με ρούμι!
Την περασμένη Κυριακή ολοκληρώθηκε η θεατρική παράσταση του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου της πόλης μας με το έργο «Μπαμπάδες με ρούμι» των Ρέππα – Παπαθανασίου. Παρακολούθησα την τελευταία παράσταση και αντλώντας στοιχεία από αυτή την εμπειρία που είχα, θα ήθελα να παρουσιάσω μερικές σκέψεις που μου γεννήθηκαν· Κρίνοντας συνολικά την εικόνα που έδινε το έργο αυτό, θα μπορούσαμε να πούμε πως επρόκειτο για μια αρκετά επιτυχημένη προσπάθεια του τοπικού μας δημοτικού θεάτρου (ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Κ.) σε μια σύμπραξη με το αντίστοιχο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. της Κοζάνης και αποτελεί ένα απλό αλλά ταυτόχρονα και απτό παράδειγμα των δυνατοτήτων που έχει αυτή η άλλοτε ακμαία Δημοτική Επιχείρηση για την πολιτιστική ανάπτυξη της πόλης μας.
Για όσους δεν είχαν την ευκαιρία να την παρακολουθήσουν, θα προσπαθήσω να περιγράψω εν ολίγοις την υπόθεση, καθώς και να αναφερθώ στους παράγοντες που συνετέλεσαν στο να πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη παράσταση (ηθοποιοί, σκηνοθέτης, σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι κ.ο.κ.).
Αρχικά θα πρέπει να πούμε δυο λόγια για τον τίτλο του έργου, ο οποίος είναι «παραπλανητικός» για τους μη «υποψιασμένους» στην τέχνη της ζαχαροπλαστικής όπως ο γράφων: «μπαμπάδες» δεν είναι οι γονείς αρσενικού γένους, αλλά ένα είδος γλυκού, το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, δεν παρουσιάστηκε επί σκηνής, όπως μας διαβεβαίωσαν οι ειδήμονες περί τα γλυκά! «Μπαμπάδες με ρούμι» λοιπόν, είναι ένα είδος γλυκού που μοιάζει κάπως με το εκλέρ, το οποίο είναι ποτισμένο με το οινοπνευματώδες ποτό που ονομάζεται ρούμι όπως μαρτυρά και το εξώφυλλο του φυλλαδίου της παράστασης. Η ονομασία αυτή οφείλεται στο ότι η υπόθεση εξολοκλήρου βασίζεται σε αυτό το γλυκό, το οποίο όμως εκτός των άλλων υλικών που διαθέτει, έχει μέσα του και μια ισχυρότατη δόση δηλητηρίου που μπορεί να εξοντώσει και…ελέφαντα! Όλα ξεκινούν στο σπίτι ενός πλούσιου αστού σε μια επαρχιακή πόλη, όπου οι δυο γιοι του καταφτάνουν εσπευσμένα με τις συζύγους τους, μόλις πληροφορούνται πως ο πατέρας τους έχει πάθει εγκεφαλικό επεισόδιο και είναι ετοιμοθάνατος. Δε γνωρίζουν όμως ένα μυστικό: ο πατέρας τους λίγο πριν ασθενήσει, είχε παντρευτεί την οικιακή βοηθό του, μια νέα σχετικά κοπέλα από τη Βουλγαρία. Επομένως, η περιουσία την οποία όλοι εποφθαλμιούν, ανήκει κυρίως σ’ αυτήν! Μόλις το μαθαίνουν, ο ένας γιος και οι δύο νύφες καταστρώνουν ένα σατανικό σχέδιο για να την εξοντώσουν με το περιβόητο γλυκό. Αυτή όμως καταφέρνει κάθε φορά να ξεγλιστρά και να σώζει τη ζωή της, σε αντίθεση με τον πατέρα των παιδιών που μόλις αρχίζει να αναρρώνει, τρώει κατά λάθος ένα κομμάτι «μπαμπά» και αποδημεί εις Κύριον! Οι παρασκευαστές του γλυκού τον συνοδεύουν στην τελευταία του κατοικία μέσα σε τύψεις συνειδήσεως. Ωστόσο η πλοκή του έργου συνεχίζεται, αφού πλέον έρχεται και η είδηση ότι ο μακαρίτης είχε παίξει σε ένα τυχερό παιχνίδι και είχε κερδίσει αρκετά εκατομμύρια ευρώ, αλλά το τυχερό δελτίο το είχε πάρει μαζί του – σύμφωνα με τα λεγόμενα της συζύγου του. Έπρεπε λοιπόν να βρεθεί μια λύση: Επειδή ο καθένας ήθελε για λογαριασμό του τα χρήματα, τα δυο ζευγάρια, κρυφά το ένα από το άλλο, πηγαίνουν νύχτα στο Κοιμητήριο για να κάνουν την εκταφή του νεκρού πατέρα και να αρπάξουν το δελτίο που κερδίζει. Εκεί όμως συναντά ο ένας τον άλλον, και μέσα σε σπαρταριστούς διαλόγους (με άφθονο υβρεολόγιο, που περιλαμβάνει ολόκληρη την «γκάμα» του πλούσιου ελληνικού «ρεπερτορίου») αποκαλύπτονται πολλά σχετικά με γνωστές ή άγνωστες πτυχές του βίου και της πολιτείας των δύο ζευγαριών. Εν τω μεταξύ, ο ένας από τους δύο αδερφούς, ο οποίος δεν είναι γνώστης του τι περιέχουν οι «μπαμπάδες», γυρίζει πίσω στο σπίτι κατάκοπος, καταβροχθίζει έναν και πεθαίνει επί τόπου. Μόλις γυρίζουν οι υπόλοιποι, τον βρίσκουν νεκρό και πάνω από το πτώμα του ξεκινά ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι, όχι για όσα εγκλήματα έκαναν εν γνώσει τους οι δράστες, αλλά για το ποιος θα αποκομίσει περισσότερα από το τυχερό δελτίο που τελικά είχε στην κατοχή της η «εύθυμη χήρα» του μακαρίτη.
Όπως γράφουν χαρακτηριστικά και συνάμα αποκαλυπτικά οι συγγραφείς Μ. Ρέππας και Θ. Παπαθανασίου, «Ο εχθρός είμαστε εμείς. Σήμερα δεν υπάρχουν πια ευκρινή όρια ανάμεσα στο καλό και το κακό. Ανάμεσα στο ηθικό και το ανήθικο. Η πτώση των τοίχων και των ιδεολογιών σήμανε την ίδια στιγμή και το τέλος κάθε ηθικού κριτηρίου. Ο σημερινός κόσμος ζει έναν διαρκή ενεστώτα χωρίς μέλλον. Αυτό που υπάρχει είναι μόνο το σήμερα χωρίς καμία προσδοκία, καμία ελπίδα, καμία αυταπάτη έστω για το αύριο. Και ένας κόσμος χωρίς αύριο είναι ένας κόσμος που ζει το θάνατό του κάθε μέρα. Έναν θάνατο στολισμένο με τα κομφόρ και τις ανέσεις της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας. Στην δεκαετία του ’80 γεννήθηκε μια νέα εποχή αμοραλισμού και ελαφρότητας. Τα πάντα μπορούν να γίνουν χωρίς επιπτώσεις αλλά και χωρίς τύψεις. Γιατί οι τύψεις είναι αποτέλεσμα της συνείδησης. Και αυτή είναι ίσως η πιο σημαντική διαφορά της σημερινής κοινωνίας με την χθεσινή. Η έλειψη (sic) συνείδησης. Πράμα που κάνει τα μικρά καθημερινά μας εγκλήματα να μοιάζουν ασήμαντα, αναίτια και γελοία. Δεν έχουν καν την γοητεία της ανηθικότητας. Το μαύρο μεγαλείο του κακού, όταν γίνεται με επίγνωση. Στους «μπαμπάδες με ρούμι» προσπαθήσαμε να γράψουμε την ιστορία ενός τέτοιου γελοίου εγκλήματος. Την κωμωδία πέντε ανάπηρων, ανόητων, ανήθικων, κακόμοιρων και απελπισμένων καθαρμάτων».
Έχω διαβάσει αρκετά κείμενα και στον Τύπο και σε βιβλία που έχουν κατά καιρούς εκδοθεί, τα οποία περιγράφουν τη σημερινή ελληνική κοινωνία. Πιο εύστοχο και πιο διαυγές από αυτό το απέριττο και ταπεινό κειμενάκι δεν έχω ξαναβρεί! Αυτή δεν είναι άλλωστε η κοινωνία μας σήμερα; Κοινωνία του συμφέροντος, της αρπαχτής, της ρεμούλας, όπου όλα επιτρέπονται – αρκεί να μη μας ανακαλύψουν – και που η υποκρισία έχει γίνει εθνικό μας άθλημα!
Αξίζουν συγχαρητήρια για την απόδοση των ρόλων στους ηθοποιούς που πήραν μέρος στην παράσταση και ιδιαίτερα στην εκπληκτική Ράνια Ιωαννίδου (την «κουτσομπόλα» παπαδιά της σειράς του ΑΝΤ1 «Το καφέ της Χαράς») που έδωσε με την ερμηνεία της ξεχωριστό χρώμα στο έργο. Μια μόνο παρατήρηση: Γιατί μόνο ένας Καλαματιανός επαγγελματίας ηθοποιός; Δεν υπάρχουν άλλοι; Πρέπει να στηριζόμαστε τόσα χρόνια σε ξένες πλάτες ή μήπως ήρθε η ώρα να δώσουμε βάση στους δικούς μας ηθοποιούς, ακόμα και κάποιους ερασιτέχνες ιδιαίτερα επιτυχημένους από τους τοπικούς θιάσους; (και μη μου πει κανείς ότι φταίει το καταστατικό ιδρύσεως του Δημοτικού μας θεάτρου, γιατί δόξα τω Θεώ, τροποποιήσεις γίνονται σε μια στιγμή!).
Η σκηνοθεσία του Ν. Αρμάου μαζί με τη βοήθεια της Μ. Μακρυγιάννη ήταν προσεγμένη και διακριτική. Τα σκηνικά του Γ. Κυριακόπουλου και της Ντονατέλλας Σπινέλλα εξίσου διακριτικά, λιτά, χωρίς το «βάρος» που προσπαθούν να δώσουν άλλοι σκηνογράφοι για εντυπωσιασμό. Σκηνικά που οδήγησαν το μάτι του θεατή απευθείας στους πραγματικούς πρωταγωνιστές της παράστασης και όχι στον πλούσιο πλην περιττό διάκοσμο άλλων παρόμοιων παραστάσεων. Η λιτότητα χαρακτηρίζει και τα κοστούμια της Ιω. – Μ. Γιακουμάκη, που ήταν απλά, καθημερινά, χωρίς ακρότητες, όπως και η μουσική επιμέλεια του Ηρ. Πασχαλίδη.
Βέβαια, μη φανταστείτε ότι αίφνης η στήλη αποφάσισε να στραφεί στην κριτική θεάτρου. Απλώς, αυτό το θεατρικό έργο, καθώς και η αποχώρηση του δημάρχου από την παράσταση (την όποια πληροφορήθηκα μόλις εχθές) εξαιτίας της πληθώρας βωμολοχιών που «διάνθιζαν» το τελευταίο μέρος της, δίνουν την αφορμή στη στήλη να προβληματιστεί και ταυτόχρονα να προσπαθήσει να προβληματίσει τους αναγνώστες της «ΣΗΜΑΙΑΣ» και μη, σε ένα κρίσιμο ερώτημα που ως τώρα δεν έχει απαντηθεί: Υπάρχουν όρια στην Τέχνη; Κι αν ναι, μέχρι πού φτάνουν; Έχει δηλαδή ο κάθε καλλιτέχνης την ελευθερία να προβάλλει πράγματα που προσβάλλουν κάποιους άλλους; Ποια μπορεί να είναι αυτά;
Με αυτά τα ερωτήματα θα σας αφήσουμε να προβληματιστείτε όπως κι εμείς, και θα επανέλθουμε την ερχόμενη Τρίτη. Ως τότε, καλή αντάμωση!
Υ.Γ.: Στο προηγούμενο σημείωμά μας είχαμε αναφερθεί στα νέα σχολικά βιβλία του δημοτικού και ειδικότερα σε αυτό της ιστορίας, που παραβιάζουν ακόμα και τις πιο βασικές αρχές αντικειμενικότητας που απαιτεί η επιστήμη την οποία υποτίθεται ότι διακονεί. Το Υπουργείο Παιδείας, δια στόματος της ίδιας της υπουργού, ανακοίνωσε πως τα βιβλία αυτά θα αποσυρθούν για διορθώσεις. Δηλώσαμε τη χαρά μας με αυτή την ανακοίνωση, παρότι εκφράσαμε εξαρχής τη δυσπιστία μας στο κατά πόσο μπορεί το συγκεκριμένο πρόσωπο για τους δικούς του λόγους να κάνει κάτι τέτοιο. Ε, λοιπόν, πριν «κατακάτσει ο κουρνιαχτός» της ανακοίνωσης, ήρθε η απογοήτευση· Διαβάζουμε στο «ΒΗΜΑ» της Κυριακής: «…Η υπουργός Παιδείας…έχει δηλώσει στη Βουλή, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του ανεξάρτητου βουλευτή κ. Στ. Παπαθεμελή που κατέκρινε το βιβλίο για «αφελληνοποίηση», ότι θα γίνουν κάποιες διορθώσεις στο περιεχόμενό του, αλλά δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο απόσυρσής του». Επομένως, άδικα ελπίσαμε ότι κάτι καλό θα γίνει από την πίεση του λαού. «Άνθρακες ο θησαυρός»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου