«Εν μέρει εθνικός, εν μέρει χριστιανίζων»
Δεν είμαι θεολόγος, ωστόσο παρακολουθώ με ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια την τάση ορισμένων συμπατριωτών μας οι οποίοι εν ονόματι του Ελληνισμού στρέφονται συλλήβδην εναντίον της χριστιανικής πίστης, καλώντας μάλιστα τους συνομιλητές τους σε επιστροφή στη λατρεία των ειδώλων, στην ειδωλολατρία, στον παγανισμό και στον πολυθεϊσμό (το φαινόμενο αυτό δεν είναι αμιγώς ελληνικό· αποτελεί «μόδα» που μας ήρθε από «τας Ευρώπας» όπου έχουμε την εμφάνιση θρησκευτικών ομάδων πιστών σε λατρείες των Βίκινγκς, των προχριστιανικών Άγγλων κ.ο.κ. και εμφανίζεται με περιοδικότητα όποτε συμβαίνει στις κοινωνίες να περνούν μια κάποια κρίση ταυτότητας, όπως η σημερινή)!
Οπωσδήποτε αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός να πιστεύει όπου αυτός νομίζει και να δημοσιοποιεί τις απόψεις του, άσχετα εάν συμφωνεί κανείς μαζί του ή όχι. Είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο το δικαίωμα αυτό, και επιπλέον θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι η Ορθόδοξη εκδοχή του χριστιανισμού που περιλαμβάνει τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού είναι ιδιαίτερα ανεκτική σε κάθε είδους θρησκευτική πίστη και αντίληψη, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη πολλές φορές στη Δύση. Σε όσους αμφισβητούν την παραπάνω διαπίστωση, θα αναφέρουμε ένα και μόνο παράδειγμα, αρκετό νομίζω για να πείσει και τον πιο δύσπιστο: Όταν αυτό το κράτος που έχει επικρατήσει να ονομάζεται Βυζάντιο βρισκόταν στην ακμή του, ο αυτοκράτορας δέχτηκε μια αντιπροσωπεία μουσουλμάνων που του επέδωσαν μία επιστολή στην οποία ο Μωάμεθ τον καλούσε «εξ ονόματος του Θεού» να μετανοήσει και να ασπαστεί το νέο θρησκευτικό δόγμα που ο ίδιος πρέσβευε. Παρόμοια επιστολή έλαβαν και οι υπόλοιποι ηγεμόνες εκείνης της εποχής. Πέραν του φαιδρού της πράξεως, ο βυζαντινός αυτοκράτορας υπήρξε ο μόνος ηγεμόνας που δεν πέταξε με τις κλωτσιές έξω από το παλάτι του τους αντιπροσώπους της νέας θρησκείας που ανέτειλε από την Αραβία, αλλά αντίθετα και πέραν πάσης προσδοκίας συζήτησε μαζί τους για τις απόψεις τους περί Θεού και αρνήθηκε ευγενικά να απαντήσει καταφατικά στην προτροπή του Μωάμεθ!
Όπως λοιπόν έχει δικαίωμα ο καθένας μας να αυτοπροσδιορίζεται ως χριστιανός, μουσουλμάνος, ιουδαίος, βουδιστής, μάρτυρας του Ιεχωβά ή οτιδήποτε άλλο, έτσι έχει και το δικαίωμα να δηλώνει λάτρης των «θεών» του Ολύμπου.
Ωστόσο, δεν έχει το δικαίωμα κανείς να διαστρεβλώνει και μάλιστα με τον χονδροειδέστερο τρόπο την ιστορία αυτού του τόπου και ταυτόχρονα να στρέφει την πολεμική του εναντίον της Εκκλησίας με τρόπο ανοίκειο και ανεπίτρεπτο.
Εξηγούμαι: Μπορεί να θεωρώ πως είναι επιεικώς γελοίο το θέαμα να βλέπει κανείς σήμερα χλαμυδοφόρους συμπατριώτες μας να θυσιάζουν ζώα ή να «ψάλλουν» ύμνους σε ανύπαρκτους θεούς (άραγε σε ποιους απ’ όλους, αφού οι αρχαίοι Έλληνες ως γνωστόν δεν είχαν μόνο δώδεκα όπως λανθασμένα πιστεύουμε, αλλά εκατοντάδες τοπικές θεότητες από τις οποίες ξεχώριζε η γνωστή δωδεκάδα) αλλά μπορώ να το ανεχτώ τόσο για λόγους ανεξιθρησκίας όσο και για λόγους φολκλορικούς. Δεν μπορώ όμως να ανεχτώ επ’ ουδενί αυτή την ανιστόρητη και πέραν πάσης επιστημονικής προσέγγισης προπαγάνδα που λαμβάνει χώρα στα έντυπα αυτών των παγανιστικών ομάδων που έχουν κατακλύσει την αγορά! Και τι ισχυρίζονται αυτοί οι άνθρωποι; Πως ο Χριστιανισμός υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ο υπ’ αριθμόν ένα εχθρός του Ελληνισμού και πως όσοι εμφορούνται από τα ιδεώδη του Ελληνισμού δεν δύνανται να είναι Χριστιανοί αφού αυτή η πίστη υπέσκαψε και έβλαψε τον Ελληνισμό!
Τελευταία μάλιστα πήραν και επίσημη άδεια από τη δικαιοσύνη για τη λειτουργία σωματείου αρχαιολατρικού και ζητούν πλέον και αναγνώριση της θρησκευτικής ιδιαιτερότητάς τους, ενώ κάποιοι απ’ αυτούς έφτασαν στο σημείο να ζητήσουν και τον Παρθενώνα ως τόπο λατρείας τους!!!
Όσο βέβαια αυτή η νεοπαγανιστική αντίληψη αποτελεί απλώς μια ευφάνταστη σύλληψη μερικών αρνητών της χριστιανικής διδασκαλίας που τους αναχρονιστικούς νοσταλγούς του αρχαίου κόσμου, ενός κόσμου που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, το θέμα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Όταν όμως ταυτίζεται στο μυαλό κάποιων με την απόδοση τιμής προς τον Ελληνισμό και με την ανιστόρητη παραδοχή ότι Ελληνισμός και Χριστιανισμός υπήρξαν δύο αγεφύρωτα εχθρικοί κόσμοι, τότε πρόκειται για έμμονη ιδέα που καταλήγει σε επικίνδυνη έως ύποπτη πολιτισμική παραχάραξη μιας ιστορικής πραγματικότητας: Της πραγματικότητας που λέει πως Ελληνισμός και Χριστιανισμός υπήρξαν δύο μεγάλα πολιτισμικά μεγέθη, που αν και ξεκίνησαν από διαφορετική αφετηρία και αρχικά βρέθηκαν σε τροχιά σύγκρουσης, γρήγορα συμπορεύτηκαν και αλληλοσυμπληρώθηκαν ως τις μέρες μας. Γιατί τι άλλο μπορεί να είναι η Ορθοδοξία, παρά ο Χριστιανισμός όπως ειδώθηκε από την πλευρά των Ελλήνων;
Πρωτεργάτες σε αυτή τη σύζευξη υπήρξαν αναμφίβολα σπουδαίες μορφές των Πατέρων της Εκκλησίας όπως ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Βαθείς γνώστες του αρχαίου ελληνικού λόγου και των διανοημάτων που αυτός εξέφραζε, προσπάθησαν και πέτυχαν να «ντύσουν» με τον ελληνικό λόγο και τη διανόηση τη χριστιανική πίστη με ευεργετικές επιδράσεις τόσο στον Χριστιανισμό (πέτυχε να διατυπώσει μέσω της ελληνικής γλώσσας με απόλυτη ακρίβεια τα βασικά δόγματά του και να διαδοθεί παγκοσμίως) όσο και στον Ελληνισμό (απομακρύνθηκε από τη νηπιακού περιεχομένου πολυθεΐα και την παρακμή στην οποία είχε περιέλθει). Η ομιλία του Μεγάλου Βασιλείου «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» αποτελεί ένα μνημείο λόγου ελληνικού, ενδεδυμένου χριστιανικής πίστεως. Εκεί διακηρύττει ότι «ουκ άχαρί γε μην ουδέ την θύραθεν σοφίαν περιβεβλήσθαι» και προτρέπει τους νέους «και ποιηταίς και λογοποιοίς και ρήτορσι και πάσιν ανθρώποις ομιλητέον, όθεν αν μέλλη προς την της ψυχής επιμέλειαν ωφέλειά τις έσεσθαι».
Τις ίδιες αντιλήψεις είχαν και μεταγενέστεροι εκκλησιαστικοί άνδρες, προβεβλημένες μορφές της Ορθοδοξίας όπως ο Φώτιος ή ο Αρέθας, και για να έρθουμε σε πιο σύγχρονους, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Άνθιμος Γαζής, ο Κων/νος Οικονόμος, ο Νεόφυτος Βάμβας κ.ά.
Για όλους αυτούς τους λόγους, αλλά και για άλλους πολλούς που δεν είναι του παρόντος (αν χρειαστεί ίσως επανέλθουμε για να τους αναλύσουμε) η συμπόρευση Ελληνισμού και Χριστιανισμού είναι γεγονός εδώ και πολλούς αιώνες με ευεργετικότατα αποτελέσματα και για τα δύο αυτά πολιτισμικά μεγέθη. Όποια προσπάθεια γίνεται επομένως αποτελεί ένδειξη είτε ανιστόρητων και ανίκανων να κατανοήσουν ιστορικές πραγματικότητες που αγνοούν, είτε οργανωμένη προσπάθεια αποσάθρωσης της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας από κάθε τι που την κρατάει ακόμα όρθια μέσα στην παγκοσμιοποιημένη λαίλαπα των καιρών μας. Και η Ορθόδοξη χριστιανική πίστη είναι αυτή τη στιγμή ο βασικότερος πυλώνας που συγκρατεί τον Ελληνισμό να στέκεται ακόμα στα πόδια του.
Υ.Γ.: Όποιος αμφισβητεί αυτή τη σύζευξη, ας μπει σε έναν ορθόδοξο ναό να ακούσει τις βυζαντινές μελωδίες που αποτελούν συνέχεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, ας δει τις αγιογραφίες που κι αυτές με τη σειρά τους συνεχίζουν την αρχαία ζωγραφική παράδοση απ’ όσα σπαράγματα έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας, ας παρακολουθήσει το τελετουργικό της Θείας Λειτουργίας που αποτελεί τη σύγχρονη εκδοχή μιας αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Κι αν δεν πειστεί ούτε και μ’ αυτά, ας επισκεφτεί το ναΐδριο που βρίσκεται πίσω από τον μητροπολιτικό ναό της πρωτεύουσας, τον άγιο Ελευθέριο, για να θαυμάσει αυτή τη σύζευξη ή ας πάει μια βόλτα στα Γιάννενα στη Μονή Φιλανθρωπινών και στα μοναστήρια του Αγίου Όρους όπου στους νάρθηκές τους μπορούν να θαυμάσουν τοιχογραφίες με τον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα, τον Σοφοκλή και άλλους αρχαίους Έλληνες σοφούς που προετοίμασαν με τον λόγο τους τους συνέλληνες να δεχτούν τον Χριστιανισμό ευκολότερα και να τον διαδώσουν μέσω του ελληνικού λόγου παντού στον κόσμο!
Δεν είμαι θεολόγος, ωστόσο παρακολουθώ με ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια την τάση ορισμένων συμπατριωτών μας οι οποίοι εν ονόματι του Ελληνισμού στρέφονται συλλήβδην εναντίον της χριστιανικής πίστης, καλώντας μάλιστα τους συνομιλητές τους σε επιστροφή στη λατρεία των ειδώλων, στην ειδωλολατρία, στον παγανισμό και στον πολυθεϊσμό (το φαινόμενο αυτό δεν είναι αμιγώς ελληνικό· αποτελεί «μόδα» που μας ήρθε από «τας Ευρώπας» όπου έχουμε την εμφάνιση θρησκευτικών ομάδων πιστών σε λατρείες των Βίκινγκς, των προχριστιανικών Άγγλων κ.ο.κ. και εμφανίζεται με περιοδικότητα όποτε συμβαίνει στις κοινωνίες να περνούν μια κάποια κρίση ταυτότητας, όπως η σημερινή)!
Οπωσδήποτε αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός να πιστεύει όπου αυτός νομίζει και να δημοσιοποιεί τις απόψεις του, άσχετα εάν συμφωνεί κανείς μαζί του ή όχι. Είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο το δικαίωμα αυτό, και επιπλέον θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι η Ορθόδοξη εκδοχή του χριστιανισμού που περιλαμβάνει τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού είναι ιδιαίτερα ανεκτική σε κάθε είδους θρησκευτική πίστη και αντίληψη, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη πολλές φορές στη Δύση. Σε όσους αμφισβητούν την παραπάνω διαπίστωση, θα αναφέρουμε ένα και μόνο παράδειγμα, αρκετό νομίζω για να πείσει και τον πιο δύσπιστο: Όταν αυτό το κράτος που έχει επικρατήσει να ονομάζεται Βυζάντιο βρισκόταν στην ακμή του, ο αυτοκράτορας δέχτηκε μια αντιπροσωπεία μουσουλμάνων που του επέδωσαν μία επιστολή στην οποία ο Μωάμεθ τον καλούσε «εξ ονόματος του Θεού» να μετανοήσει και να ασπαστεί το νέο θρησκευτικό δόγμα που ο ίδιος πρέσβευε. Παρόμοια επιστολή έλαβαν και οι υπόλοιποι ηγεμόνες εκείνης της εποχής. Πέραν του φαιδρού της πράξεως, ο βυζαντινός αυτοκράτορας υπήρξε ο μόνος ηγεμόνας που δεν πέταξε με τις κλωτσιές έξω από το παλάτι του τους αντιπροσώπους της νέας θρησκείας που ανέτειλε από την Αραβία, αλλά αντίθετα και πέραν πάσης προσδοκίας συζήτησε μαζί τους για τις απόψεις τους περί Θεού και αρνήθηκε ευγενικά να απαντήσει καταφατικά στην προτροπή του Μωάμεθ!
Όπως λοιπόν έχει δικαίωμα ο καθένας μας να αυτοπροσδιορίζεται ως χριστιανός, μουσουλμάνος, ιουδαίος, βουδιστής, μάρτυρας του Ιεχωβά ή οτιδήποτε άλλο, έτσι έχει και το δικαίωμα να δηλώνει λάτρης των «θεών» του Ολύμπου.
Ωστόσο, δεν έχει το δικαίωμα κανείς να διαστρεβλώνει και μάλιστα με τον χονδροειδέστερο τρόπο την ιστορία αυτού του τόπου και ταυτόχρονα να στρέφει την πολεμική του εναντίον της Εκκλησίας με τρόπο ανοίκειο και ανεπίτρεπτο.
Εξηγούμαι: Μπορεί να θεωρώ πως είναι επιεικώς γελοίο το θέαμα να βλέπει κανείς σήμερα χλαμυδοφόρους συμπατριώτες μας να θυσιάζουν ζώα ή να «ψάλλουν» ύμνους σε ανύπαρκτους θεούς (άραγε σε ποιους απ’ όλους, αφού οι αρχαίοι Έλληνες ως γνωστόν δεν είχαν μόνο δώδεκα όπως λανθασμένα πιστεύουμε, αλλά εκατοντάδες τοπικές θεότητες από τις οποίες ξεχώριζε η γνωστή δωδεκάδα) αλλά μπορώ να το ανεχτώ τόσο για λόγους ανεξιθρησκίας όσο και για λόγους φολκλορικούς. Δεν μπορώ όμως να ανεχτώ επ’ ουδενί αυτή την ανιστόρητη και πέραν πάσης επιστημονικής προσέγγισης προπαγάνδα που λαμβάνει χώρα στα έντυπα αυτών των παγανιστικών ομάδων που έχουν κατακλύσει την αγορά! Και τι ισχυρίζονται αυτοί οι άνθρωποι; Πως ο Χριστιανισμός υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ο υπ’ αριθμόν ένα εχθρός του Ελληνισμού και πως όσοι εμφορούνται από τα ιδεώδη του Ελληνισμού δεν δύνανται να είναι Χριστιανοί αφού αυτή η πίστη υπέσκαψε και έβλαψε τον Ελληνισμό!
Τελευταία μάλιστα πήραν και επίσημη άδεια από τη δικαιοσύνη για τη λειτουργία σωματείου αρχαιολατρικού και ζητούν πλέον και αναγνώριση της θρησκευτικής ιδιαιτερότητάς τους, ενώ κάποιοι απ’ αυτούς έφτασαν στο σημείο να ζητήσουν και τον Παρθενώνα ως τόπο λατρείας τους!!!
Όσο βέβαια αυτή η νεοπαγανιστική αντίληψη αποτελεί απλώς μια ευφάνταστη σύλληψη μερικών αρνητών της χριστιανικής διδασκαλίας που τους αναχρονιστικούς νοσταλγούς του αρχαίου κόσμου, ενός κόσμου που έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, το θέμα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Όταν όμως ταυτίζεται στο μυαλό κάποιων με την απόδοση τιμής προς τον Ελληνισμό και με την ανιστόρητη παραδοχή ότι Ελληνισμός και Χριστιανισμός υπήρξαν δύο αγεφύρωτα εχθρικοί κόσμοι, τότε πρόκειται για έμμονη ιδέα που καταλήγει σε επικίνδυνη έως ύποπτη πολιτισμική παραχάραξη μιας ιστορικής πραγματικότητας: Της πραγματικότητας που λέει πως Ελληνισμός και Χριστιανισμός υπήρξαν δύο μεγάλα πολιτισμικά μεγέθη, που αν και ξεκίνησαν από διαφορετική αφετηρία και αρχικά βρέθηκαν σε τροχιά σύγκρουσης, γρήγορα συμπορεύτηκαν και αλληλοσυμπληρώθηκαν ως τις μέρες μας. Γιατί τι άλλο μπορεί να είναι η Ορθοδοξία, παρά ο Χριστιανισμός όπως ειδώθηκε από την πλευρά των Ελλήνων;
Πρωτεργάτες σε αυτή τη σύζευξη υπήρξαν αναμφίβολα σπουδαίες μορφές των Πατέρων της Εκκλησίας όπως ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Βαθείς γνώστες του αρχαίου ελληνικού λόγου και των διανοημάτων που αυτός εξέφραζε, προσπάθησαν και πέτυχαν να «ντύσουν» με τον ελληνικό λόγο και τη διανόηση τη χριστιανική πίστη με ευεργετικές επιδράσεις τόσο στον Χριστιανισμό (πέτυχε να διατυπώσει μέσω της ελληνικής γλώσσας με απόλυτη ακρίβεια τα βασικά δόγματά του και να διαδοθεί παγκοσμίως) όσο και στον Ελληνισμό (απομακρύνθηκε από τη νηπιακού περιεχομένου πολυθεΐα και την παρακμή στην οποία είχε περιέλθει). Η ομιλία του Μεγάλου Βασιλείου «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» αποτελεί ένα μνημείο λόγου ελληνικού, ενδεδυμένου χριστιανικής πίστεως. Εκεί διακηρύττει ότι «ουκ άχαρί γε μην ουδέ την θύραθεν σοφίαν περιβεβλήσθαι» και προτρέπει τους νέους «και ποιηταίς και λογοποιοίς και ρήτορσι και πάσιν ανθρώποις ομιλητέον, όθεν αν μέλλη προς την της ψυχής επιμέλειαν ωφέλειά τις έσεσθαι».
Τις ίδιες αντιλήψεις είχαν και μεταγενέστεροι εκκλησιαστικοί άνδρες, προβεβλημένες μορφές της Ορθοδοξίας όπως ο Φώτιος ή ο Αρέθας, και για να έρθουμε σε πιο σύγχρονους, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Άνθιμος Γαζής, ο Κων/νος Οικονόμος, ο Νεόφυτος Βάμβας κ.ά.
Για όλους αυτούς τους λόγους, αλλά και για άλλους πολλούς που δεν είναι του παρόντος (αν χρειαστεί ίσως επανέλθουμε για να τους αναλύσουμε) η συμπόρευση Ελληνισμού και Χριστιανισμού είναι γεγονός εδώ και πολλούς αιώνες με ευεργετικότατα αποτελέσματα και για τα δύο αυτά πολιτισμικά μεγέθη. Όποια προσπάθεια γίνεται επομένως αποτελεί ένδειξη είτε ανιστόρητων και ανίκανων να κατανοήσουν ιστορικές πραγματικότητες που αγνοούν, είτε οργανωμένη προσπάθεια αποσάθρωσης της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας από κάθε τι που την κρατάει ακόμα όρθια μέσα στην παγκοσμιοποιημένη λαίλαπα των καιρών μας. Και η Ορθόδοξη χριστιανική πίστη είναι αυτή τη στιγμή ο βασικότερος πυλώνας που συγκρατεί τον Ελληνισμό να στέκεται ακόμα στα πόδια του.
Υ.Γ.: Όποιος αμφισβητεί αυτή τη σύζευξη, ας μπει σε έναν ορθόδοξο ναό να ακούσει τις βυζαντινές μελωδίες που αποτελούν συνέχεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, ας δει τις αγιογραφίες που κι αυτές με τη σειρά τους συνεχίζουν την αρχαία ζωγραφική παράδοση απ’ όσα σπαράγματα έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας, ας παρακολουθήσει το τελετουργικό της Θείας Λειτουργίας που αποτελεί τη σύγχρονη εκδοχή μιας αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Κι αν δεν πειστεί ούτε και μ’ αυτά, ας επισκεφτεί το ναΐδριο που βρίσκεται πίσω από τον μητροπολιτικό ναό της πρωτεύουσας, τον άγιο Ελευθέριο, για να θαυμάσει αυτή τη σύζευξη ή ας πάει μια βόλτα στα Γιάννενα στη Μονή Φιλανθρωπινών και στα μοναστήρια του Αγίου Όρους όπου στους νάρθηκές τους μπορούν να θαυμάσουν τοιχογραφίες με τον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα, τον Σοφοκλή και άλλους αρχαίους Έλληνες σοφούς που προετοίμασαν με τον λόγο τους τους συνέλληνες να δεχτούν τον Χριστιανισμό ευκολότερα και να τον διαδώσουν μέσω του ελληνικού λόγου παντού στον κόσμο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου