Η παιδεία στα έπη του Ομήρου
Όλοι μας έχουμε διδαχθεί από τα σχολικά μας χρόνια – έστω και κουτσουρεμένα – τα αθάνατα ομηρικά έπη: την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο θα θυμόμαστε τις περιπέτειες των Αχαιών στην Τροία που περιγράφονται στην Ιλιάδα, μαζί με τις αντίστοιχες περιπλανήσεις του πολυμήχανου Οδυσσέα από την Οδύσσεια.
Ωστόσο τα κείμενα αυτά του Ομήρου, εκτός από την αισθητική απόλαυση και τις γνώσεις για εκείνη την εποχή που προσφέρουν σε κάθε αναγνώστη, αποπνέουν και μια διάχυτη αίσθηση διαπαιδαγώγησης προς τους αναγνώστες. Το γεγονός αυτό είχαν φυσικά παρατηρήσει πρώτοι οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες και γι’ αυτό τον λόγο η Ιλιάδα και η Οδύσσεια υπήρξαν τα βιβλία που διαπαιδαγώγησαν την Ελλάδα ολόκληρη για γενιές. Τα δύο αυτά έπη δεν έλειψαν σχεδόν ποτέ από το θρανίο του μαθητή που διδάχθηκε τα ελληνικά από τα αρχαία χρόνια ως και σήμερα!
Διαχρονικός λοιπόν ο Όμηρος, αφού μέσα από τα γραπτά του προσφέρονται πρότυπα συμπεριφορών και παιδαγωγίας αξεπέραστα πολλές φορές. Εμείς σήμερα θα ασχοληθούμε κατά βάση με την Ιλιάδα, το πρώτο κατά σειράς έπος του Ομήρου αναλύοντας όπως είναι φυσικό μερικές από τις αρετές που προβάλλονται στο εν λόγω έργο.
Το ιδανικό της εποχής του Ομήρου ήταν η «τιμή»· Ολόκληρος ο τρωικός πόλεμος εξάλλου υπήρξε ένας τέτοιος πόλεμος. Η τιμή είναι η αιτία του θυμού του Χρύση από την προσβολή που του έκανε ο Αγαμέμνονας (αρπαγή της Χρυσηίδας) και η στέρηση της τιμής είναι αυτή που οδηγεί τον Αχιλλέα στη «μήνιν», στη δική του οργή και πείσμα, ξανά εις βάρος του Αγαμέμνονα. Η τιμή λοιπόν και η προστασία της αποτελεί ύψιστο καθήκον για κάθε πρόσωπο που λαμβάνει μέρος στο πρώτο έπος. Θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι αυτό που σήμερα αποκαλούμε «φιλότιμο». Πρώτιστος λοιπόν σκοπός η απόλαυση της τιμής της δημόσιας εκτίμησης. «Γιατί να πολεμήσω, ρωτά ο Αχιλλέας, αφού ο καλός πολεμιστής δεν κερδίζει μεγαλύτερη “τιμή” απ’ ό,τι ο κακός; («ίση μοίρα μένοντι, και ει μάλα τις πολεμίζοι εν δε τη τιμή ημέν κακός ηδέ και εσθλός» Ιλ. Ι, 315 κ.ε.).
Ο Απόλλωνας επίσης εκδικείται τους Αχαιούς για τον ίδιο λόγο, εξαιτίας της έλλειψης σεβασμού προς ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο, που τύχαινε να είναι ο ιερέας του, τον Χρύση· «ούτ’ άρ’ ό γ’ ευχωλής επιμέμφεται ου δε εκατόμβης, άλλ’ ένεκ’ αρητήρος, ον ητίμασ’ Αγαμέμνων», δηλαδή: «Ούτε κανένα τάμα του ’λειψε, ούτε τρανή θυσία, χολιάζει μόνο που ο Αγαμέμνονας τον Χρύση δεν τον σεβάστηκε» (Ιλ. Α 93 – 94).
Ο Αχιλλέας εκτός από την τιμή, χάνει από τον Αγαμέμνονα και το «αρχοντομοίρι» που του αντιστοιχούσε, τη Βρισηίδα, ενώ δέχεται ταυτόχρονα και ύβρεις, γεγονός που τον εκθέτει ανεπανόρθωτα στα μάτια των υπολοίπων συμπολεμιστών του. Ο Αχιλλέας προειδοποιεί τους υπολοίπους καταγγέλλοντας τη συμπεριφορά του ηγέτη των Αχαιών ως εξαπάτηση, ασυνεπή και αταίριαστη για έναν αρχηγό που θα πρέπει να διαθέτει τα εντελώς αντίθετα χαρακτηριστικά. («όφρα και άλλοι επισκύζωνται Αχαιοί ει τινά που Δαναών έτι έλπεται εξαπατήσειν, αιέν αναιδείην επιειμένος ουδ’ αν έμοιγε τετλαίη κυνεός περ εών εις ώπα ιδέσθαι», Ιλ. Ι 370, δηλαδή: Για να θυμώσουν μαζί του και οι άλλοι Αχαιοί, ακόμα αν λογαριάζει να ξεγελάσει κάποιους απ’ αυτούς, επειδή είναι και απομένει από την κορφή ως τα νύχια ξεδιάντροπος. Με όση κι αν έχει σκυλίσια αδιαντροπιά, πώς να με αντικρίσει κατάματα;).
Ο ίδιος αρνείται να δεχτεί τα δώρα του μεγάλου αντιπάλου του, του Αγαμέμνονα, μόλις ο κίνδυνος βρίσκεται προ των πυλών του στρατοπέδου των Αχαιών· Αποπέμπει την τριμελή επιτροπή κορυφαίων ηρώων που έστειλε σ’ αυτόν ο Αγαμέμνονας, δίνοντας ένα μάθημα πως όταν η τιμή μας θίγεται, η μόνη λύση είναι να αποκατασταθεί όπως ήταν πριν, και όχι βέβαια να την απαρνηθεί κανείς μόλις δει μπροστά του λίγα δώρα («ούδ’ ει μοι τόσα δοίη όσα ψάμαθός τε κόνις τε, ουδέ κεν ως έτι θυμόν εμόν πείσει Αγαμέμνων, πριν γ’ από πάσαν εμοί δούμεναι θυμαλγέα λώβην» Ιλ. Ι 385 – 387, δηλαδή: «Ακόμα κι αν μου ’δινε τόσα δώρα όσα η σκόνη και η άμμος, πάλι δε γίνεται ο Αγαμέμνονας να μου αλλάξει γνώμη, αν δε μου ξεπληρώσει πρώτα τη ντροπή που μου ’κανε»).
Το αίτημά του ο Αχιλλέας δεν το στηρίζει στο δίκαιο, αλλά στην αρχή προσφοράς – ανταπόδοσης. Και δεν κλαίει για τη λίγη του ζωή, αλλά για την προσβεβλημένη του τιμή που μετράει περισσότερο κι απ’ τη ζωή όταν ταπεινώνεται. Με αυτή τη διαπίστωση ως βάση ο Ε. R. Dodds ορίζει τον πολιτισμό της ομηρικής κοινωνίας ως «πολιτισμό ντροπής» σε αντιδιαστολή με τον «πολιτισμό ενοχής». Γιατί η κινητήρια ηθική δύναμη που γνωρίζει ο ομηρικός άνθρωπος δεν είναι ο φόβος του θεού, αλλά ο σεβασμός προς τη δημόσια γνώμη, η «αιδώς»: «αιδέομαι Τρώας» λέει ο Έκτορας στην πιο κρίσιμη ώρα της ζωής του και πορεύεται με ανοιχτά τα μάτια προς τον θάνατο.
Και ο Αγαμέμνονας βέβαια με τη σειρά του, αγανακτεί κι αυτός γιατί δεν απολαμβάνει τη δέουσα τιμή ως αρχιστράτηγος από μέρος του ίσου του, του άριστου Αχιλλέα, ο οποίος όμως βρίσκεται υπό την εξουσία του. Όλοι λοιπόν επιδιώκουν την τιμή. Ο καλύτερος επιδιώκει μεγαλύτερη δόξα και τιμή. Επομένως αξίζει η θέση του καλύτερου, του «άριστου».
Όλοι μιλούν για αριστείες. Η ομηρική ατμόσφαιρα αποπνέει ηρωισμό. Αποτελεί το πεδίο δραστηριότητας των ανδρών, τονώνει την αγωνιστική τους διάθεση, τους κρατά σε ετοιμότητα. Λέει ο Αχιλλέας σε ένα είδος απολογισμού: «Με τα καράβια μου δώδεκα κάστρα πάτησα ως τώρα μόνος μου, κι έντεκα πεζός, διαβαίνοντας την καρπερή Τρωάδα» (Ιλ. Ι 328 – 329). Κι όλα αυτά παίρνοντας λάφυρα.
Η σκύλευση των νεκρών ήταν έμπρακτη απόδειξη της επιτυχίας και της καύχησης («Κι απ’ όλα τούτα εγώ ξεδιάλεγα πολλά και πλούσια κούρσα». Ιλ. Ι 330»).
Ο Έκτορας επίσης δηλώνει πως θα επιθυμούσε ο γιος του να ασκηθεί στο πολεμικό ιδεώδες και να ξεπεράσει τη φήμη του πατέρα του, βαθιά επιθυμία για την οποία και προσευχήθηκε στον Δία. Ένας τέτοιος βλαστός δίνει χαρά και στους δυο γονείς («Ο γιος μου, όπως εγώ περίλαμπρος μέσα στους Τρώες να γίνει, άντρας τρανός, και πολυδύναμος, την Τροία να κυβερνήσει. Κι ένας να πει: “πολύ καλύτερος απ’ τον γονιό του ετούτος” όταν θα γυρίζει από τον πόλεμο με κούρσα ματωμένα από τον εχθρό που σκότωσε, κι η μάνα του βαθιά ν’ αναγαλλιάζει» Ιλ. Ζ 476 – 481).
Αλλά το ομηρικό ιδανικό, και ως εκ τούτου και η αγωγή του νέου άνδρα, η συνολική υ παιδεία έχει δύο σκέλη: Παράλληλα με την εξάσκηση της πολεμικής του ικανότητας, θεωρείται απαραίτητη η ανάπτυξη της ρητορικής του δεινότητας. Ως ενεργό μέλος της «αγοράς» (αγείρω=συγκεντρώνω, συναθροίζω), της λαοσύναξης, δεν είναι δυνατό να υστερεί στον λόγο.
Έτσι μπορούμε να πούμε χωρίς να απέχουμε πολύ από την πραγματικότητα της εποχής ότι η φιλοσοφία της Παιδείας στην εποχή του Ομήρου συνοψίζεται στην εξής φράση: «μύθων τε ρητήρ’ έμεναι πρηκτηρά τε έργων» (δηλαδή: «Να μάθεις να μιλάς στη συγκέντρωση, να μάθεις να πολεμάς στη μάχη»).
Ο ρόλος της αγοράς ήταν τεράστιος, ιδίως σε μια εποχή που είχαν αρχίσει να κλονίζονται τα θεμέλια της βασιλικής εξουσίας. Οι «άριστοι» διεκδικούσαν μερίδιο εξουσίας ή προέβαιναν σε έμμεσες ή και απροκάλυπτες αμφισβητήσεις της. Ο Αχιλλέας, ο πρώτος στη δύναμη, τολμά και έρχεται σε ανοιχτή ρήξη με τον Αγαμέμνονα, τον πρώτο στην ιεραρχία, τον εκπρόσωπο της εξουσίας!
Όλα αυτά, αλλά και πολλά άλλα που δεν είναι δυνατό να γραφτούν σε ένα άρθρο μιας σελίδας, περιλαμβάνονται μέσα στα έπη του Ομήρου, το πιο παλιό παιδαγωγικό βιβλίο στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Καλό θα ήταν νομίζω να ανοίξουμε όλοι μας, εκπαιδευτικοί, γονείς, παιδιά, απλοί φιλομαθείς αναγνώστες και την Ιλιάδα αλλά και την Οδύσσεια, ούτως ώστε να ωφεληθούμε όσο περισσότερο μπορούμε από αυτό το διαχρονικό έργο. Ας είναι αυτό το «δώρο» προς τον εαυτό μας αυτό το καλοκαίρι.
Όλοι μας έχουμε διδαχθεί από τα σχολικά μας χρόνια – έστω και κουτσουρεμένα – τα αθάνατα ομηρικά έπη: την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο θα θυμόμαστε τις περιπέτειες των Αχαιών στην Τροία που περιγράφονται στην Ιλιάδα, μαζί με τις αντίστοιχες περιπλανήσεις του πολυμήχανου Οδυσσέα από την Οδύσσεια.
Ωστόσο τα κείμενα αυτά του Ομήρου, εκτός από την αισθητική απόλαυση και τις γνώσεις για εκείνη την εποχή που προσφέρουν σε κάθε αναγνώστη, αποπνέουν και μια διάχυτη αίσθηση διαπαιδαγώγησης προς τους αναγνώστες. Το γεγονός αυτό είχαν φυσικά παρατηρήσει πρώτοι οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες και γι’ αυτό τον λόγο η Ιλιάδα και η Οδύσσεια υπήρξαν τα βιβλία που διαπαιδαγώγησαν την Ελλάδα ολόκληρη για γενιές. Τα δύο αυτά έπη δεν έλειψαν σχεδόν ποτέ από το θρανίο του μαθητή που διδάχθηκε τα ελληνικά από τα αρχαία χρόνια ως και σήμερα!
Διαχρονικός λοιπόν ο Όμηρος, αφού μέσα από τα γραπτά του προσφέρονται πρότυπα συμπεριφορών και παιδαγωγίας αξεπέραστα πολλές φορές. Εμείς σήμερα θα ασχοληθούμε κατά βάση με την Ιλιάδα, το πρώτο κατά σειράς έπος του Ομήρου αναλύοντας όπως είναι φυσικό μερικές από τις αρετές που προβάλλονται στο εν λόγω έργο.
Το ιδανικό της εποχής του Ομήρου ήταν η «τιμή»· Ολόκληρος ο τρωικός πόλεμος εξάλλου υπήρξε ένας τέτοιος πόλεμος. Η τιμή είναι η αιτία του θυμού του Χρύση από την προσβολή που του έκανε ο Αγαμέμνονας (αρπαγή της Χρυσηίδας) και η στέρηση της τιμής είναι αυτή που οδηγεί τον Αχιλλέα στη «μήνιν», στη δική του οργή και πείσμα, ξανά εις βάρος του Αγαμέμνονα. Η τιμή λοιπόν και η προστασία της αποτελεί ύψιστο καθήκον για κάθε πρόσωπο που λαμβάνει μέρος στο πρώτο έπος. Θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι αυτό που σήμερα αποκαλούμε «φιλότιμο». Πρώτιστος λοιπόν σκοπός η απόλαυση της τιμής της δημόσιας εκτίμησης. «Γιατί να πολεμήσω, ρωτά ο Αχιλλέας, αφού ο καλός πολεμιστής δεν κερδίζει μεγαλύτερη “τιμή” απ’ ό,τι ο κακός; («ίση μοίρα μένοντι, και ει μάλα τις πολεμίζοι εν δε τη τιμή ημέν κακός ηδέ και εσθλός» Ιλ. Ι, 315 κ.ε.).
Ο Απόλλωνας επίσης εκδικείται τους Αχαιούς για τον ίδιο λόγο, εξαιτίας της έλλειψης σεβασμού προς ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο, που τύχαινε να είναι ο ιερέας του, τον Χρύση· «ούτ’ άρ’ ό γ’ ευχωλής επιμέμφεται ου δε εκατόμβης, άλλ’ ένεκ’ αρητήρος, ον ητίμασ’ Αγαμέμνων», δηλαδή: «Ούτε κανένα τάμα του ’λειψε, ούτε τρανή θυσία, χολιάζει μόνο που ο Αγαμέμνονας τον Χρύση δεν τον σεβάστηκε» (Ιλ. Α 93 – 94).
Ο Αχιλλέας εκτός από την τιμή, χάνει από τον Αγαμέμνονα και το «αρχοντομοίρι» που του αντιστοιχούσε, τη Βρισηίδα, ενώ δέχεται ταυτόχρονα και ύβρεις, γεγονός που τον εκθέτει ανεπανόρθωτα στα μάτια των υπολοίπων συμπολεμιστών του. Ο Αχιλλέας προειδοποιεί τους υπολοίπους καταγγέλλοντας τη συμπεριφορά του ηγέτη των Αχαιών ως εξαπάτηση, ασυνεπή και αταίριαστη για έναν αρχηγό που θα πρέπει να διαθέτει τα εντελώς αντίθετα χαρακτηριστικά. («όφρα και άλλοι επισκύζωνται Αχαιοί ει τινά που Δαναών έτι έλπεται εξαπατήσειν, αιέν αναιδείην επιειμένος ουδ’ αν έμοιγε τετλαίη κυνεός περ εών εις ώπα ιδέσθαι», Ιλ. Ι 370, δηλαδή: Για να θυμώσουν μαζί του και οι άλλοι Αχαιοί, ακόμα αν λογαριάζει να ξεγελάσει κάποιους απ’ αυτούς, επειδή είναι και απομένει από την κορφή ως τα νύχια ξεδιάντροπος. Με όση κι αν έχει σκυλίσια αδιαντροπιά, πώς να με αντικρίσει κατάματα;).
Ο ίδιος αρνείται να δεχτεί τα δώρα του μεγάλου αντιπάλου του, του Αγαμέμνονα, μόλις ο κίνδυνος βρίσκεται προ των πυλών του στρατοπέδου των Αχαιών· Αποπέμπει την τριμελή επιτροπή κορυφαίων ηρώων που έστειλε σ’ αυτόν ο Αγαμέμνονας, δίνοντας ένα μάθημα πως όταν η τιμή μας θίγεται, η μόνη λύση είναι να αποκατασταθεί όπως ήταν πριν, και όχι βέβαια να την απαρνηθεί κανείς μόλις δει μπροστά του λίγα δώρα («ούδ’ ει μοι τόσα δοίη όσα ψάμαθός τε κόνις τε, ουδέ κεν ως έτι θυμόν εμόν πείσει Αγαμέμνων, πριν γ’ από πάσαν εμοί δούμεναι θυμαλγέα λώβην» Ιλ. Ι 385 – 387, δηλαδή: «Ακόμα κι αν μου ’δινε τόσα δώρα όσα η σκόνη και η άμμος, πάλι δε γίνεται ο Αγαμέμνονας να μου αλλάξει γνώμη, αν δε μου ξεπληρώσει πρώτα τη ντροπή που μου ’κανε»).
Το αίτημά του ο Αχιλλέας δεν το στηρίζει στο δίκαιο, αλλά στην αρχή προσφοράς – ανταπόδοσης. Και δεν κλαίει για τη λίγη του ζωή, αλλά για την προσβεβλημένη του τιμή που μετράει περισσότερο κι απ’ τη ζωή όταν ταπεινώνεται. Με αυτή τη διαπίστωση ως βάση ο Ε. R. Dodds ορίζει τον πολιτισμό της ομηρικής κοινωνίας ως «πολιτισμό ντροπής» σε αντιδιαστολή με τον «πολιτισμό ενοχής». Γιατί η κινητήρια ηθική δύναμη που γνωρίζει ο ομηρικός άνθρωπος δεν είναι ο φόβος του θεού, αλλά ο σεβασμός προς τη δημόσια γνώμη, η «αιδώς»: «αιδέομαι Τρώας» λέει ο Έκτορας στην πιο κρίσιμη ώρα της ζωής του και πορεύεται με ανοιχτά τα μάτια προς τον θάνατο.
Και ο Αγαμέμνονας βέβαια με τη σειρά του, αγανακτεί κι αυτός γιατί δεν απολαμβάνει τη δέουσα τιμή ως αρχιστράτηγος από μέρος του ίσου του, του άριστου Αχιλλέα, ο οποίος όμως βρίσκεται υπό την εξουσία του. Όλοι λοιπόν επιδιώκουν την τιμή. Ο καλύτερος επιδιώκει μεγαλύτερη δόξα και τιμή. Επομένως αξίζει η θέση του καλύτερου, του «άριστου».
Όλοι μιλούν για αριστείες. Η ομηρική ατμόσφαιρα αποπνέει ηρωισμό. Αποτελεί το πεδίο δραστηριότητας των ανδρών, τονώνει την αγωνιστική τους διάθεση, τους κρατά σε ετοιμότητα. Λέει ο Αχιλλέας σε ένα είδος απολογισμού: «Με τα καράβια μου δώδεκα κάστρα πάτησα ως τώρα μόνος μου, κι έντεκα πεζός, διαβαίνοντας την καρπερή Τρωάδα» (Ιλ. Ι 328 – 329). Κι όλα αυτά παίρνοντας λάφυρα.
Η σκύλευση των νεκρών ήταν έμπρακτη απόδειξη της επιτυχίας και της καύχησης («Κι απ’ όλα τούτα εγώ ξεδιάλεγα πολλά και πλούσια κούρσα». Ιλ. Ι 330»).
Ο Έκτορας επίσης δηλώνει πως θα επιθυμούσε ο γιος του να ασκηθεί στο πολεμικό ιδεώδες και να ξεπεράσει τη φήμη του πατέρα του, βαθιά επιθυμία για την οποία και προσευχήθηκε στον Δία. Ένας τέτοιος βλαστός δίνει χαρά και στους δυο γονείς («Ο γιος μου, όπως εγώ περίλαμπρος μέσα στους Τρώες να γίνει, άντρας τρανός, και πολυδύναμος, την Τροία να κυβερνήσει. Κι ένας να πει: “πολύ καλύτερος απ’ τον γονιό του ετούτος” όταν θα γυρίζει από τον πόλεμο με κούρσα ματωμένα από τον εχθρό που σκότωσε, κι η μάνα του βαθιά ν’ αναγαλλιάζει» Ιλ. Ζ 476 – 481).
Αλλά το ομηρικό ιδανικό, και ως εκ τούτου και η αγωγή του νέου άνδρα, η συνολική υ παιδεία έχει δύο σκέλη: Παράλληλα με την εξάσκηση της πολεμικής του ικανότητας, θεωρείται απαραίτητη η ανάπτυξη της ρητορικής του δεινότητας. Ως ενεργό μέλος της «αγοράς» (αγείρω=συγκεντρώνω, συναθροίζω), της λαοσύναξης, δεν είναι δυνατό να υστερεί στον λόγο.
Έτσι μπορούμε να πούμε χωρίς να απέχουμε πολύ από την πραγματικότητα της εποχής ότι η φιλοσοφία της Παιδείας στην εποχή του Ομήρου συνοψίζεται στην εξής φράση: «μύθων τε ρητήρ’ έμεναι πρηκτηρά τε έργων» (δηλαδή: «Να μάθεις να μιλάς στη συγκέντρωση, να μάθεις να πολεμάς στη μάχη»).
Ο ρόλος της αγοράς ήταν τεράστιος, ιδίως σε μια εποχή που είχαν αρχίσει να κλονίζονται τα θεμέλια της βασιλικής εξουσίας. Οι «άριστοι» διεκδικούσαν μερίδιο εξουσίας ή προέβαιναν σε έμμεσες ή και απροκάλυπτες αμφισβητήσεις της. Ο Αχιλλέας, ο πρώτος στη δύναμη, τολμά και έρχεται σε ανοιχτή ρήξη με τον Αγαμέμνονα, τον πρώτο στην ιεραρχία, τον εκπρόσωπο της εξουσίας!
Όλα αυτά, αλλά και πολλά άλλα που δεν είναι δυνατό να γραφτούν σε ένα άρθρο μιας σελίδας, περιλαμβάνονται μέσα στα έπη του Ομήρου, το πιο παλιό παιδαγωγικό βιβλίο στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Καλό θα ήταν νομίζω να ανοίξουμε όλοι μας, εκπαιδευτικοί, γονείς, παιδιά, απλοί φιλομαθείς αναγνώστες και την Ιλιάδα αλλά και την Οδύσσεια, ούτως ώστε να ωφεληθούμε όσο περισσότερο μπορούμε από αυτό το διαχρονικό έργο. Ας είναι αυτό το «δώρο» προς τον εαυτό μας αυτό το καλοκαίρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου