Δημογραφικό: Μια βραδυφλεγής «βόμβα» στα θεμέλια της κοινωνίας μας
Πάει καιρός από τότε που διάβασα ένα κείμενο που είχε γράψει ο πρώην υπουργός και καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Α.Σ.Ο.Ε. Μανόλης Δρεττάκης. Παρότι ανήκουμε σε εντελώς διαφορετικά πολιτικά στρατόπεδα, εντούτοις θα πρέπει να ομολογήσω πως πρόκειται για τον πιο συμπαθή πολιτικό του χώρου της ευρύτερης αριστεράς με αξιολογότατο έργο στο ενεργητικό του και μια ενεργό συμμετοχή σε πάμπολλα πραγματικά προβλήματα ετούτου του τόπου με ταυτόχρονη προσπάθεια επίλυσης ή τουλάχιστον ανάδειξής τους. Το κείμενο για το οποίο κάνω λόγο, αφορούσε την επιδείνωση του λεγόμενου δημογραφικού προβλήματος στη χώρα μας και τη μακάρια ησυχία που έχει καταλάβει το σύνολο του πολιτικού μας κόσμου.
Ο Μανόλης Δρεττάκης είναι ίσως ο μοναδικός πολιτικός (εξ όσων γνωρίζω) που ασχολείται συστηματικά με το θέμα και δημοσιεύει κατά καιρούς άρθρα στον αθηναϊκό τύπο για την ενημέρωση και τον προβληματισμό όλων μας.
Κι όλα όσα γράφει, δεν αποτελούν απλά και μόνο διαπιστώσεις δικές του, αλλά μιλά πάντοτε με βάση συγκεκριμένα στοιχεία και μελέτες. Μια απ’ αυτές τις μελέτες κατέδειξε πως οι γεννήσεις κατά τη χρονική περίοδο από το 1978 ως το 1999 μειώθηκαν στο συγκλονιστικό ποσοστό του 30,9 %, με ανησυχητικά αυξανόμενη πρόοδο!!! Εάν δηλαδή στην Ελλάδα το 1978 γεννιόνταν 10 παιδιά τον χρόνο για παράδειγμα, το 1999 γεννιόνταν 7, με προοπτική στα επόμενα χρόνια τα παιδιά να γίνουν 6, 5,…
Η διαπίστωση από μόνη της αρκεί για να αντιληφθούμε το μέγεθος του πιεστικού προβλήματος που αντιμετωπίζουμε ως χώρα. Αν σ’ αυτά τα στοιχεία προσθέσουμε και άλλα – όπως το ότι από την περίοδο 1996 – 1999 οι θάνατοι πλέον ξεπερνούν τις γεννήσεις (ενώ δηλαδή την περίοδο 1976 – 1979 οι γεννήσεις ήταν περίπου 585.000 και οι θάνατοι 330.000, αύξηση δηλαδή του πληθυσμού κατά 255.000, την εξεταζόμενη περίοδο 1996 – 1999 οι γεννήσεις έφτασαν τις 404.275 και οι θάνατοι τις 406.248. Δηλαδή ο πληθυσμός της χώρας μας μειώθηκε κατά 2.000 περίπου κατοίκους) – τότε πλέον τα σενάρια για το μέλλον μας είναι πλέον εφιαλτικά! Στο σημείο αυτό να προσθέσουμε ότι η μικρή αλλαγή (προς το καλύτερο) που έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια, οφείλεται κυρίως στους αλλοδαπούς οικονομικούς μετανάστες που βρίσκονται στη χώρα μας και γεννούν ασταμάτητα (όχι τόσο οι γειτονικοί μας λαοί, όπως Αλβανοί, Βούλγαροι κ.λπ., αλλά Πακιστανοί, Αφγανοί, Άραβες, γενικότερα Μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, καθώς και οι θεωρούμενοι γηγενείς Τσιγγάνοι και Μουσουλμάνοι της Θράκης).
Τι φταίει όμως και η κατάσταση έχει πλέον εκτραχυνθεί σε τέτοιο σημείο που να έχει λάβει διαστάσεις εθνικής απειλής; Οι λόγοι όπως και σε κάθε πρόβλημα ποικίλουν και δεν μπορεί να κανείς να προβεί σε βιαστικούς αφορισμούς. Η αναφορά στην παραλυσία του κράτους και των κοινωνικών του υπηρεσιών δεν αρκεί νομίζω για να εξηγήσει το φαινόμενο. Οπωσδήποτε είναι ένας βασικός λόγος, όμως δεν αρκεί για να «καθαρίσουμε» με το ζήτημα. Προσωπικά φρονώ πως το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι το ούτως ή άλλως «παράλυτο» κράτος με τις χρόνιες δυσλειτουργίες και την εκνευριστικά αργή γραφειοκρατία του. Το πρόβλημα είναι ο σύγχρονος τρόπος ζωής που μας έχει κυριέψει και ο άκριτος καταναλωτισμός που μας έχει καταλάβει. Εξηγούμαι: Κάποτε, και δεν αναφέρομαι σε ένα μακρινό και επομένως εξιδανικευμένο παρελθόν, οι άνθρωποι ζούσαν ποιοτικότερα, με πολύ λιγότερα εισοδήματα. Σήμερα όσα χρήματα κι αν έχει κανείς, παραπονείται ότι δεν του φτάνουν για να ζήσει. Βέβαια, κι εδώ είναι η διαφορά, κάποτε οι άνθρωποι ζούσαν με πολύ λιγότερες απαιτήσεις από τη ζωή τους. Αντίθετα σήμερα με την έκρηξη υπερκαταναλωτισμού που μας διακρίνει, η κατάσταση έχει γίνει αφόρητη: η ύπαρξη δεύτερου ή και τρίτου αυτοκινήτου σε μια οικογένεια, η παρουσία κι άλλης τηλεόρασης, κι άλλου στερεοφωνικού ηχοσυστήματος, κι άλλου υπολογιστή, αποτελεί πλέον φετίχ, ένα είδος κοινωνικής καταξίωσης που όλοι επιδιώκουμε και επιθυμούμε να αποκτήσουμε.
Θύματα αυτής της έντονης τάσης ευδαιμονισμού είναι τα παιδιά που σκοπεύει κάθε ζευγάρι υπό φυσιολογικές συνθήκες να γεννήσει. Τα νέα ζευγάρια πλέον επιθυμούν περισσότερο την ευδαιμονία που τους παρέχει η ολοένα αυξανόμενη ανάγκη για απόκτηση υλικών αγαθών, παρά την «ενοχλητική» οικονομικά παρουσία παιδιών. Γιατί στα ίδια πλαίσια ευδαιμονισμού, η έγκυος γυναίκα πρέπει να παρακολουθείται διαρκώς από τον πανάκριβο γυναικολόγο και να ακολουθεί τις «ακριβές» συμβουλές του. Ταυτόχρονα θα πρέπει να γεννήσει όχι σε μια απλή αίθουσα ενός κρατικού νοσοκομείου, αλλά σε μια πανάκριβη κλινική «για να είναι μόνη της στις προσωπικές της στιγμές», ενώ το παιδί που θα έρθει θα πρέπει να ντυθεί σα βασιλόπουλο με δεκάδες επώνυμα παρακαλώ ρουχαλάκια (τα οποία φυσικά σε λίγες εβδομάδες ή μήνες δε θα του κάνουν), θα πρέπει να κοιμάται στα ακριβότερα σεντόνια, να νανουρίζεται στις πιο «φιρμάτες» κούνιες, και πάει λέγοντας. Ας μην αναφερθούμε για την περίοδο που θα πάει στο σχολείο και θα πρέπει να ντύνεται σα μεγάλος – η, να αγοράζει ό,τι ακριβότερο βλέπει στις βιτρίνες κ.λπ., γιατί τότε και όσοι έχουν τη θέληση να κάνουν κάποια στιγμή παιδιά θα προβληματιστούν και ίσως να ανακρούσουν πρύμναν!
Εδώ λοιπόν βρίσκεται το πρόβλημα και όχι στο αν το κράτος θα προσφέρει περισσότερα κίνητρα για τις πολύτεκνες οικογένειες (που έτσι κι αλλιώς είναι επιτακτική ανάγκη η γενναία ενίσχυσή τους). Το πρόβλημα είναι το πώς θα κατορθώσουμε να πείσουμε τους νέους ανθρώπους πως εάν δε συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας να παρακολουθείται μια έγκυος γυναίκα από γιατρό, δε χρειάζεται να καταξοδεύονται. Πως δεν είναι απαραίτητο πια να γεννήσει μια γυναίκα στο ιδιωτικό πανάκριβο μαιευτήριο (εξάλλου, εάν παρουσιαστεί – ο μη γένοιτο – επιπλοκή, στο «κακό» δημόσιο νοσοκομείο θα καταλήξει). Πως δεν είναι ανάγκη να αγοραστούν τόνοι ρουχισμού και υπόδησης για το μωράκι, αλλά τα χρειώδη και μόνο. Κι αυτό θα συμβεί μόνο όταν αντιληφθούμε όλα όσα παρατηρήσαμε πριν λίγο.
Όλ’ αυτά βέβαια που αναφέραμε, δεν είχαν σκοπό να αποσείσουν από τα χέρια της πολιτείας τις ευθύνες που διαχρονικά και διακομματικά έχει, ούτε να δικαιολογήσει τις απαράδεκτες καθυστερήσεις στη λήψη κάποιων στοιχειωδών μέτρων που αν δεν επιλύσουν έστω μερικώς το πρόβλημα, να το περιορίσουν. Δυστυχώς η ελληνική πολιτεία περιορίζεται σε μέτρα – «ασπιρίνες» που το μόνο που κάνουν είναι να ανακουφίζουν μερικώς από τα οικονομικά βάρη τις πολύτεκνες οικογένειες. Οι φοροελαφρύνσεις, τα αδασμολόγητα αυτοκίνητα, τα μειωμένα εισιτήρια στα μέσα συγκοινωνιών, η δωρεάν διανομή ρυζιού ή άγνωστης ποιότητας λαδιού (!!!), δεν επιλύουν το πρόβλημα. Το μόνο που κάνουν είναι να «κουκουλώνουν» το πρόβλημα και όχι να το αναδεικνύουν και να το προβάλλουν. Γιατί αν ήθελαν να κάνουν κάτι τέτοιο, θα φρόντιζαν να προσφέρουν τις καλύτερες δυνατές ιατρικές υπηρεσίες στις υποψήφιες μητέρες, θα προσπαθούσαν να πατάξουν τη μάστιγα που ονομάζεται «φακελάκι» στους δημόσιους γιατρούς, θα πρόσφεραν γενναίες επιδοτήσεις σε όλους ανεξαιρέτως τους γονείς για κάθε παιδί που αποκτούν, ενώ θα φρόντιζαν ώστε τα παιδιά να έχουν πλήρη ιατροφαρμακευτική κάλυψη καθώς και να λαμβάνουν οι μητέρες επιδόματα ικανά να αναθρέψουν αξιοπρεπώς τα παιδιά τους, ανεξαρτήτως της οικονομικής τους κατάστασης.
Το δημογραφικό πρόβλημα είναι κατά βάση θέμα εθνικό. Και ως τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Έχει όμως και πολύ σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη, στην εκπαίδευση, στην εθνική άμυνα, στις δαπάνες για συντάξεις και για περίθαλψη των ηλικιωμένων κ.ο.κ. Έστω και με καθυστέρηση, είναι καιρός να ληφθούν μέτρα ουσιαστικά και αποτελεσματικά. Οι πολιτικοί μας έχουν κι αυτή τη φορά τον λόγο. Θα φανούν αντάξιοι των προσδοκιών μας ή θα συνεχίσουν τον μακάριο ύπνο τους; Γιατί τι να την κάνουμε την ευημερία όταν δεν θα υπάρχουν Έλληνες για να ευημερήσουν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου