Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ

«Χριστός γεννάται δοξάσατε…»

ή Λόγος περί βυζαντινής αγιογραφίας

Μπαίνοντας σε έναν αληθινά ορθόδοξο ναό, το πρώτο πράγμα που εντυπωσιάζει τον πιστό ή μη, είναι οι παραστάσεις αγίων προσώπων και ιερών γεγονότων που είναι ζωγραφισμένες στους τοίχους ή βρίσκονται σε φορητές εικόνες από ξύλο. Πρόκειται για ένα είδος τέχνης με σταθερή παρουσία στον χρόνο και τον τόπο που ξεκινάει από την εποχή που ο Χριστιανισμός αναγνωρίζεται επίσημα με το Διάταγμα των Μεδιολάνων και εδραιώνεται ως κρατούσα θρησκεία μόλις μεταφέρεται η πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη με διαρκή παρουσία ως τις μέρες μας.
Η βυζαντινή τέχνη στο σύνολό της, είναι σαφώς μια τέχνη στρατευμένη. Στρατευμένη στην εξυπηρέτηση των σκοπών της Εκκλησίας. Το ίδιο ασφαλώς ισχύει και για την αγιογραφία· Κύριος στόχος της είναι να διδάξει την Ορθοδοξία, να προσφέρει πρότυπα «εν Χριστώ» ζωής, ηθικό και πνευματικό οπλισμό στους πιστούς. Σε αδιαίρετη ενότητα με τα δρώμενα της Θείας Λειτουργίας, ως ζωγραφικό απείκασμά της, συμπορεύτηκε μαζί με τις άλλες εξίσου απαράμιλλης ομορφιάς τέχνες του Βυζαντίου. Η αγιογραφία προσανατολίζεται σταθερά στη ζωγραφική σύλληψη και αντίληψη της μορφής, ικανής να προσδώσει την αλήθεια του υπεραισθητού, να περιγράψει με το ορατό το απερίγραπτο και αόρατο, να ομολογήσει τη δόξα και το μεγαλείο του Θεού. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που η Ορθόδοξη εικονογραφία εύστοχα έχει χαρακτηριστεί ως η «θεολογία» του λαού.
Ξεχωριστό ρόλο στη βυζαντινή αγιογραφία αποτελεί το μεγάλο γεγονός της Γεννήσεως· Κάθε εκκλησία έχει υποχρεωτικά παράσταση με τη χαρμόσυνη είδηση της ενανθρώπισης του Χριστού είτε στο ιερό (συνήθως στην Πρόθεση, την αριστερή κόγχη δηλαδή του ιερού, όπου ο ιερέας αποθέτει τα Τίμια Δώρα), είτε στον κυρίως ναό.
Παρατηρώντας την παράσταση της Γεννήσεως, θα δούμε πως περιλαμβάνει όλα τα σημαντικά γεγονότα που αναφέρονται στα Ευαγγέλια, δηλαδή την ίδια την Γέννηση, την προσκύνηση των μάγων (των οποίων η προσκύνηση έγινε πολύ αργότερα από τη Γέννηση), την αναγγελία της χαρμόσυνης είδησης στους ποιμένες, καθώς και περιστατικά που αναφέρονται στα λεγόμενα απόκρυφα «ευαγγέλια», όπως το λουτρό του Χριστού κάτω αριστερά ή η παρουσία του πειρασμού προσωποποιημένου ως βοσκού κάτω δεξιά.
Στο κέντρο της παράστασης βρίσκεται το Θείο Βρέφος, διδάσκοντάς μας επιπλέον πως το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε κι εμείς· Να Τον έχουμε στο επίκεντρο της ζωής μας. Βρίσκεται σπαργανωμένος μέσα σε ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο κτίσμα, που θυμίζει περισσότερο ένα είδος τάφου που οι αρχαιολόγοι ονομάζουν κιβωτιόσχημο, όχι τυχαία· Έχει τοποθετηθεί εκεί, για να μας υπενθυμίζει πως δεν έχει έρθει στον κόσμο για άλλον λόγο, παρά για να πεθάνει για τις αμαρτίες όλων μας. Δίπλα του παραστέκουν δύο ζώα· Ένα βόδι και ένα γαϊδουράκι, σύμβολα των δύο κόσμων που δέχτηκαν την έλευση του Κυρίου. Αυτή η σκηνή είναι παρμένη μάλιστα από μια προφητεία του Ησαΐα, που έλεγε πως το βόδι γνώρισε τον Κύριό του και το ίδιο έκανε και ο όνος, αλλά ο λαός του Ισραήλ δεν Τον δέχτηκε! Εντύπωση προκαλεί και το σπήλαιο στο οποίο είναι κλεισμένος ο Κύριος, δείγμα και αυτό της συνέχειας που περίμενε τον Χριστό.
Βγαίνοντας από το σπήλαιο αυτό και το σκοτάδι που κυριαρχεί εκεί, σε ολόκληρη την παράσταση βασιλεύει το φως και η ελπίδα. Από αριστερά έρχονται τρία πρόσωπα καβάλα σε άλογα και ντυμένα με περσικές ενδυμασίες, που συμβολίζουν τους τρεις μάγους που επισκέφτηκαν τον νεογέννητο Χριστό και του παρέδωσαν τα επίσης συμβολικά δώρα τους: χρυσό (δώρο που αρμόζει σε βασιλιά), λιβάνι (δώρο που προορίζεται για τον Θεό) και σμύρνα (προσφορά σε νεκρούς). Βέβαια η προσκύνηση αυτή των μάγων δε συμπίπτει ημερολογιακά με τη Γέννηση του Χριστού, μάλιστα με τους μετριότερους υπολογισμούς έγινε έναν χρόνο αργότερα. Παρ’ όλ’ αυτά απεικονίζεται εκεί γιατί αφορά το ίδιο περιστατικό. Στο επάνω μέρος, δύο ομάδες αγγέλων χωρίζονται από ένα βουνό που αποτελεί την απόληξη του σπηλαίου που φιλοξενεί τον Κύριο και ψάλλουν ύμνους προς Αυτόν («Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία»). Στο άκρο αριστερά, ένας άγγελος συνομιλεί με ορισμένους ανθρώπους που η ενδυμασία και η στάση τους μαρτυρά πως πρόκειται για ποιμένες, βοσκούς δηλαδή που βρίσκονταν στους αγρούς βόσκοντας τα πρόβατά τους. Είναι η σκηνή της εμφάνισης του αγγέλου στους έκθαμβους ποιμένες («ποιμένες ήσαν αγραυλούντες…»).
Ένα επίπεδο πιο κάτω από τον Χριστό, στέκεται ξαπλωμένη η Παναγία. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το βλέμμα της δεν είναι στραμμένο προς το παιδί που γέννησε πριν λίγο, αλλά σε αντίθετη κατεύθυνση. Προφανώς ο αγιογράφος δεν επιθυμεί να δείξει πως μισεί ή δε θέλει να δει τον Κύριο, αλλά έχει ως κύριο σκοπό του να μας δείξει πως το παιδί που βρίσκεται στο σπήλαιο, δεν είναι δικό της παιδί, αλλά Υιός του Θεού. Η ίδια γνωρίζει τον τρόπο γεννήσεώς Του («άνευ σποράς») και γι’ αυτόν τον λόγο αποτραβιέται πιο πέρα.
Στο τρίο επίπεδο, παριστάνονται δύο σκηνές που περιλαμβάνονται όπως προαναφέραμε στα λεγόμενα «απόκρυφα ευαγγέλια»· Είναι η παράσταση με το λουτρό του Κυρίου, όπου δύο γυναίκες, ετοιμάζουν να ξεπλύνουν τον νεογέννητο Χριστό. Όπως όλοι γνωρίζουμε, ένα παιδί που γεννιέται χρειάζεται στη συνέχεια να ξεπλυθεί από ό,τι έχει πάνω του μόλις βγει από την κοιλιά της μητέρας του. Παρότι ο Χριστός δεν ήταν ένα συνηθισμένο παιδί και ως εκ τούτου δεν είχε ανάγκη το λουτρό (η γέννησή Του ήταν υπερφυσική, χωρίς τις συμβατικές δυσκολίες που έχει μια συνηθισμένη γέννα), η Εκκλησία δέχτηκε να αναπαρασταθεί και η σκηνή αυτή, αφού συμβολίζει τη Βάπτιση του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τα χέρια του Προδρόμου. Χαρακτηριστική είναι η εμφάνιση του Χριστού, που παρότι βρέφος, δείχνει να έχει τη σοφία ενός μεγάλου, όπως φαίνεται από τις εκφράσεις του προσώπου Του τόσο στη σκηνή αυτή, όσο και τη στιγμή της Γέννησης, σύμβολα και τα δύο της σοφίας που ακολουθούσε τον Κύριο από τη Γέννηση κιόλας.
Στο δεξιό τμήμα του κάτω μέρους, βρίσκεται αποτραβηγμένος ο Ιωσήφ, «πατέρας» του Χριστού και «σύζυγος» της Παναγίας. Στέκεται καθισμένος και εντελώς μακριά από το παιδί, αφού ο ίδιος δεν είχε καμμία απολύτως συμμετοχή στη Γέννηση αυτή. Δίπλα του παραστέκουν δύο βοσκοί, σύμβολα του πειρασμού, που έρχεται να τοποθετήσει τις αμφιβολίες του στον Ιωσήφ για την πατρότητα του παιδιού που γεννήθηκε λίγο πριν.
Αν παρατηρούσαμε τώρα από μια απόσταση την παράσταση αυτή, θα διαπιστώναμε την απουσία της τρίτης διάστασης, δηλαδή του βάθους, καθώς και μια τάση να αποδοθούν οι μορφές με τρόπο που δεν είναι συμβατός με βασικές αρχές της ζωγραφικής τέχνης (τα βουνά αποδίδονται με πολύ «περίεργο» τρόπο, η έννοια της προοπτικής απουσιάζει κ.ο.κ.). Αυτό δε σημαίνει σε καμμία περίπτωση πως οι αγιογράφοι αγνοούν την τέχνη τους και είναι κατώτερης ποιότητας καλλιτέχνες όπως νομίζουν αφελώς ορισμένοι (δυστυχώς και συμπατριώτες μας). Απλούστατα, ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζουν το γεγονός είναι ηθελημένα τέτοιος, επειδή αφενός μεν επιθυμούν να αναδείξουν το γεγονός καθεαυτό, και αφετέρου για να απομακρύνουν το έργο τους από την αίσθηση του χρόνου που δίνει η προοπτική, το βάθος σε ένα ζωγραφικό έργο. Γι’ αυτό άλλωστε η τέχνη αυτή έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ιστορικούς τέχνης ως πρώιμος «μανιερισμός», ένα καλλιτεχνικό ρεύμα που εμφανίστηκε στην τέχνη πολλούς αιώνες αργότερα (ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του, ένας άνθρωπος μπολιασμένος με την τέχνη της αγιογραφίας, ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος, ο El Greco) με σκοπούς παραπλήσιους με αυτούς της αγιογραφίας.
Αυτά τα λίγα λόγια αντίδωρο προς τους καλούς αναγνώστες της στήλης, για το μεγάλο γεγονός της Γεννήσεως και τη σπουδαία τέχνη της αγιογραφίας που τόσο περιφρονούμε σήμερα. ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!

Δεν υπάρχουν σχόλια: