«Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω…»
Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε ασχοληθεί με τα αδιέξοδα της παιδείας στη χώρα μας και το κοινωνικό φαινόμενο των όχι και τόσο «αθώων» καταλήψεων, καταλήγοντας με την επισήμανση πως απ’ ό,τι φαίνεται δυστυχώς θα αναγκαστούμε να επανέλθουμε σε επόμενο σημείωμά μας. Να λοιπόν που ένα…«ατυχές» γεγονός όπως αυτό του πανελληνίως άσημου ως χτες Λυκείου της Αμαρύνθου στην Εύβοια μας αναγκάζει να επανέλθουμε επισημαίνοντας μια σειρά από χρήσιμες – φρονώ – παρατηρήσεις όχι μόνο του γράφοντος, αλλά ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας μας, που έκπληκτο διαπιστώνει τα αυτονόητα: Πως η ελληνική κοινωνία έχει βυθιστεί σε ένα εξαιρετικά δύσοσμο τέλμα, που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι μας επιφυλάσσει για το μέλλον. Το ανησυχητικό πλέον είναι πως αυτές οι διαπιστώσεις δε βγαίνουν από τα χείλη μόνο αυτών που καθ’ έξιν ελεεινολογούν για την κατάσταση της κοινωνίας (βλ. υπερσυντηρητικούς κληρικούς, ηλικιωμένους, απογοητευμένους από τη ζωή), αλλά και από ανθρώπους «υπεράνω πάσης υποψίας»! Αυτό νομίζω αντικατοπτρίζει το μέγεθος του προβλήματος στην Ελλάδα.
Την Κυριακή που μας πέρασε, διάβασα στο «ΒΗΜΑ» και την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» δυο εξαιρετικές αναλύσεις για το όλο ζήτημα· του Γιάννη Πρετεντέρη με τίτλο «Πώς να κρυφτούνε τα παιδιά;» και της Τασούλας Καραϊσκάκη με τίτλο «Παιδιά της διπλανής πόρτας». Ο πρώτος αφού αναφέρεται στο γεγονός ακροθιγώς, κατόπιν παρουσιάζει τους δύο τρόπους που υπάρχουν για να κατανοήσει κανείς ό,τι συνέβη στην Εύβοια: Ο ένας πιστεύει πως οδηγεί στο συμπέρασμα πως το σχολείο αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί καθρέφτη της κοινωνίας στην οποία ζούμε, δηλαδή όλων των θετικών, και, αυτονόητα, και των αρνητικών φαινομένων που μας χαρακτηρίζουν. Ο άλλος θεωρεί πως είναι η διαπίστωση πως αυτά που έγιναν στην Αμάρυνθο αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά που οπωσδήποτε δε χαρακτηρίζουν το σύνολο της κοινωνίας και των μαθητών. Ο ίδιος, χωρίς να παίρνει σαφή θέση για το περιστατικό, δηλώνει ότι οι απεργιακές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, οι καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημίων και τα όσα έλαβαν χώρα στην Εύβοια λειτούργησαν αποκαλυπτικά για πολλούς από εμάς· Αποκαλυπτικά της αδιαφορίας μας, των αλλαγών που συμβαίνουν γύρω μας χωρίς να τις έχουμε αντιληφθεί. Παραδέχεται βέβαια πως παρόμοια περιστατικά είναι όντως μεμονωμένα, αλλά δείχνει αρνητικά εντυπωσιασμένος από τη χιονοστιβάδα καταγγελιών που αφορούν περιπτώσεις βίας, σεξ, μαγνητοσκοπήσεων μέσω κινητών όλων αυτών των «δραστηριοτήτων» των μαθητών εντός μάλιστα σχολικών χώρων! Χαρακτηριστική είναι η διαπίστωσή του για όλ’ αυτά: «πίσω από όλα αυτά αναδύεται το πρόσωπο ενός νέου ανθρώπου, χωρίς αίσθηση του καλού και του κακού, του σωστού και του λάθους, του μέτρου και της αμετροέπειας». Και καταλήγει αποδίδοντας «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι»: «Μόνο που αν υπάρχουν τέτοια σχολεία και τέτοια παιδιά, είναι επειδή εμείς τα φτιάξαμε. Εμείς τους επιτρέψαμε να υπάρχουν. Εμείς τα βυθίσαμε στην ευκολία, στο αυτονόητο, στον χαβαλέ. Εμείς χαϊδέψαμε τις αντικοινωνικές συμπεριφορές στο όνομα της εφηβικής ελευθερίας. Εμείς τα σπρώξαμε να μεγαλώσουν γρηγορότερα, να μας μοιάσουν γρηγορότερα, να παρεκτραπούν γρηγορότερα. Εμείς τα διδάξαμε ότι όλα είναι θεμιτά, όλα νόμιμα, όλα επιτρεπτά – διότι το ίδιο φρονούμε και για τον εαυτό μας!».
Το ίδιο ισχύει και για το σχόλιο της Τ. Καραϊσκάκη· με σοβαρότητα και τεκμηριωμένο λόγο, εκφράζει την άποψή της για το ζήτημα, χωρίς να απέχει σημαντικά από τα γραπτά του προηγούμενου αρθρογράφου. Έχει την πεποίθηση ότι όσα διαδραματίστηκαν προ ημερών στην Αμάρυνθο, δεν αποτελούν καθόλου μεμονωμένα συμβάντα. Απλά αποτυπώνουν τη σκοτεινή, την αθέατη όψη του εαυτού μας που κανείς μας δε θέλει να δει: «Την όψη του κυνικού χαβαλέ, που νοιάζεται μόνο για την πάρτη του, του εγωιστή Νεοέλληνα που έχει μόνο αυτός δίκιο και δικαίωμα. Του γονέα που προτρέπει τα παιδιά του στην κούρσα της ατομικής επικράτησης με όλα τα μέσα». Επιρρίπτει και αυτή το μεγαλύτερο μέρος των ευθυνών στους μεγαλύτερους, και κυρίως στους γονείς που στρώνονται κάθε βράδυ στην τηλεοθόνη και δείχνουν ολοένα και περισσότερη ανεκτικότητα απέναντι στα βλαστάρια τους· «σχεδόν παλιμπαιδίζοντες» τους χαρακτηρίζει που επιτρέπουν στα παιδιά τους «να μεγαλώσουν βυθισμένα στον κόσμο των ενηλίκων, αφομοιώνοντας αμάσητα, στρεβλά, χωρίς το φίλτρο της εμπειρίας, τη βία, τη βαρβαρότητα, τις αντιφάσεις, την υποκρισία, την κοινωνική αφωνία των μεγάλων». Αποτέλεσμα όλων αυτών, «τα παιδιά φτάνουν σήμερα να ηρωοποιούν την αρπακτικότητα, τη χυδαιότητα, την ελαφρότητα, την ασυνέπεια και κυρίως τη βία. Παθητικοί δέκτες πληροφοριών όπου κυριαρχεί το παράδοξο, το δραματικό, το παρεκκλίνον, το καταστροφικό, δυσκολεύονται να συνθέσουν την απλή αληθινή εικόνα των γεγονότων»…
Σκληρές οι διαπιστώσεις, αλλά δίκαιες! Διαπιστώσεις που φανερώνουν την αγωνία κάθε λογικού ανθρώπου. Διαπιστώσεις που κανονικά θα έπρεπε να εξεγείρουν τα υγιή κύτταρα αυτής της κοινωνίας (αν υπάρχουν πλέον τέτοια), να ξεσηκώσουν τους σκεπτόμενους πολίτες, να αφυπνίσουν υπνώττουσες συνειδήσεις. Αντί όμως για όλ’ αυτά, οι πολίτες «του καναπέ» παρακολουθούν μακαρίως από τους πάντα ανοιχτούς δέκτες των τηλεοράσεών τους τους Ευαγγελάτους να «πληροφορούν» την κοινή γνώμη για την εθνικότητα του παιδιού που βιάστηκε (λες και ο βιασμός ενός 16χρονου παιδιού εξαρτάται από την καταγωγή), για το «ποιόν» της μάνας του, για το που εργάζονται οι γονείς των αγοριών που κι αυτά εν τέλει είναι πρώτα θύματα αυτού του αρρωστημένου καιρού που ζούμε, κι ύστερα θύτες. Από δημοσιογραφικό ενδιαφέρον δήθεν, μας παρουσιάζουν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τη σκηνή του βιασμού και την κινηματογράφησή του από συμμαθήτριες των παιδιών λες και πρέπει σώνει και καλά να μάθουμε «τα πάντα» για το γεγονός! Βέβαια εμείς επιβραβεύουμε στη συνέχεια αυτούς τους συνεπείς στο «έργο» τους δημοσιογράφους με άπιαστα «νούμερα» τηλεθέασης. Κι εκεί θεωρούμε πως κάναμε το καθήκον μας!
Τι δέον γενέσθαι λοιπόν; Μα τα δύο κείμενα που παραθέσαμε δείχνουν τον δρόμο: οι μεγάλοι, θα πρέπει επιτέλους να πάψουν να κοιμούνται μακαρίως και να αντιληφθούν πως κάτι πρέπει να αλλάξει στην κοινωνία μας. Δεν πρόκειται να πλησιάσουν τα παιδιά τους αν ντύνονται όπως αυτά ή αν μιλούν όπως εκείνα. Δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ ένα μ’ αυτά γιατί ούτε τα ίδια τα παιδιά το θέλουν αυτό! Θέλουν τους γονείς τους πιο μακριά, όχι να ταυτίζονται μαζί τους! Ο παλιμπαιδισμός που έχει καταλάβει πολλούς γονείς είναι ακατανόητος. Ας αφήσουν τα παιδιά τους να ζήσουν σαν παιδιά κι ας αντιληφθούν πως πέρασε η εποχή που ήταν οι ίδιοι παιδιά (το παράδειγμα με τη μητέρα και την κόρη όπου η μητέρα να είναι πιο προκλητικά ντυμένη από την κόρη της είναι χαρακτηριστικό νομίζω και το έχουμε δει όλοι μας). Χρειάζεται λοιπόν περισσότερη αυστηρότητα και έλεγχος των παιδιών. Είναι κάτι που το έχουν ανάγκη τα παιδιά πρωτίστως! Απ’ την άλλη, τα παιδιά θα πρέπει να πάψουν να σκέφτονται σα μεγάλοι. Δεν είναι ούτε πολιτικοί, ούτε γονείς, ούτε καθηγητές. Δεν είναι δυνατόν να έχουν λόγο για τα πάντα, να αποφασίζουν για τα πάντα, να έχουν μόνο δικαιώματα και ποτέ υποχρεώσεις. Θα πρέπει να διαπαιδαγωγηθούν από όλους τους φορείς της εκπαίδευσης (γονείς, εκπαιδευτικούς, πολιτεία) πως για να έχεις δικαιώματα, πρέπει να είσαι συνεπής και στις υποχρεώσεις σου. Και μια βασική υποχρέωση των μαθητών είναι να ασχολούνται με τα μαθήματά τους και όχι με την αναθεώρηση ή μη των άρθρων του συντάγματος. Ευτυχώς υπάρχουν στον τόπο μας δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις που μπορούν να πάρουν τις ορθότερες αποφάσεις. Αν κάποια σταλινικά απολιθώματα δεν το επιθυμούν αυτό και επιδιώκουν να βγουν από τη λήθη που τους έχει καταδικάσει η συλλογική μνήμη, τουλάχιστον ας μην παίζουν με το μέλλον των παιδιών ή ας μην τους το επιτρέψει επιτέλους η συγκροτημένη πολιτεία στην οποία ζούμε!
Υ.Γ.: Και μετά μας φταίει η παρουσία κληρικών στα σχολεία και τους εξωπετάμε από αυτούς τους χώρους τώρα που τους έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Ας καταργήσουμε και την προσευχή, και τις εικόνες από τις αίθουσες, και τα θρησκευτικά, να γίνουμε «Ευρωπαίοι». Είναι γνωστό εξάλλου πως «Δίχως Θεό, όλα επιτρέπονται». Ακόμα και οι ομαδικοί βιασμοί στα σχολεία!
Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε ασχοληθεί με τα αδιέξοδα της παιδείας στη χώρα μας και το κοινωνικό φαινόμενο των όχι και τόσο «αθώων» καταλήψεων, καταλήγοντας με την επισήμανση πως απ’ ό,τι φαίνεται δυστυχώς θα αναγκαστούμε να επανέλθουμε σε επόμενο σημείωμά μας. Να λοιπόν που ένα…«ατυχές» γεγονός όπως αυτό του πανελληνίως άσημου ως χτες Λυκείου της Αμαρύνθου στην Εύβοια μας αναγκάζει να επανέλθουμε επισημαίνοντας μια σειρά από χρήσιμες – φρονώ – παρατηρήσεις όχι μόνο του γράφοντος, αλλά ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας μας, που έκπληκτο διαπιστώνει τα αυτονόητα: Πως η ελληνική κοινωνία έχει βυθιστεί σε ένα εξαιρετικά δύσοσμο τέλμα, που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι μας επιφυλάσσει για το μέλλον. Το ανησυχητικό πλέον είναι πως αυτές οι διαπιστώσεις δε βγαίνουν από τα χείλη μόνο αυτών που καθ’ έξιν ελεεινολογούν για την κατάσταση της κοινωνίας (βλ. υπερσυντηρητικούς κληρικούς, ηλικιωμένους, απογοητευμένους από τη ζωή), αλλά και από ανθρώπους «υπεράνω πάσης υποψίας»! Αυτό νομίζω αντικατοπτρίζει το μέγεθος του προβλήματος στην Ελλάδα.
Την Κυριακή που μας πέρασε, διάβασα στο «ΒΗΜΑ» και την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» δυο εξαιρετικές αναλύσεις για το όλο ζήτημα· του Γιάννη Πρετεντέρη με τίτλο «Πώς να κρυφτούνε τα παιδιά;» και της Τασούλας Καραϊσκάκη με τίτλο «Παιδιά της διπλανής πόρτας». Ο πρώτος αφού αναφέρεται στο γεγονός ακροθιγώς, κατόπιν παρουσιάζει τους δύο τρόπους που υπάρχουν για να κατανοήσει κανείς ό,τι συνέβη στην Εύβοια: Ο ένας πιστεύει πως οδηγεί στο συμπέρασμα πως το σχολείο αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί καθρέφτη της κοινωνίας στην οποία ζούμε, δηλαδή όλων των θετικών, και, αυτονόητα, και των αρνητικών φαινομένων που μας χαρακτηρίζουν. Ο άλλος θεωρεί πως είναι η διαπίστωση πως αυτά που έγιναν στην Αμάρυνθο αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά που οπωσδήποτε δε χαρακτηρίζουν το σύνολο της κοινωνίας και των μαθητών. Ο ίδιος, χωρίς να παίρνει σαφή θέση για το περιστατικό, δηλώνει ότι οι απεργιακές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, οι καταλήψεις σχολείων και πανεπιστημίων και τα όσα έλαβαν χώρα στην Εύβοια λειτούργησαν αποκαλυπτικά για πολλούς από εμάς· Αποκαλυπτικά της αδιαφορίας μας, των αλλαγών που συμβαίνουν γύρω μας χωρίς να τις έχουμε αντιληφθεί. Παραδέχεται βέβαια πως παρόμοια περιστατικά είναι όντως μεμονωμένα, αλλά δείχνει αρνητικά εντυπωσιασμένος από τη χιονοστιβάδα καταγγελιών που αφορούν περιπτώσεις βίας, σεξ, μαγνητοσκοπήσεων μέσω κινητών όλων αυτών των «δραστηριοτήτων» των μαθητών εντός μάλιστα σχολικών χώρων! Χαρακτηριστική είναι η διαπίστωσή του για όλ’ αυτά: «πίσω από όλα αυτά αναδύεται το πρόσωπο ενός νέου ανθρώπου, χωρίς αίσθηση του καλού και του κακού, του σωστού και του λάθους, του μέτρου και της αμετροέπειας». Και καταλήγει αποδίδοντας «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι»: «Μόνο που αν υπάρχουν τέτοια σχολεία και τέτοια παιδιά, είναι επειδή εμείς τα φτιάξαμε. Εμείς τους επιτρέψαμε να υπάρχουν. Εμείς τα βυθίσαμε στην ευκολία, στο αυτονόητο, στον χαβαλέ. Εμείς χαϊδέψαμε τις αντικοινωνικές συμπεριφορές στο όνομα της εφηβικής ελευθερίας. Εμείς τα σπρώξαμε να μεγαλώσουν γρηγορότερα, να μας μοιάσουν γρηγορότερα, να παρεκτραπούν γρηγορότερα. Εμείς τα διδάξαμε ότι όλα είναι θεμιτά, όλα νόμιμα, όλα επιτρεπτά – διότι το ίδιο φρονούμε και για τον εαυτό μας!».
Το ίδιο ισχύει και για το σχόλιο της Τ. Καραϊσκάκη· με σοβαρότητα και τεκμηριωμένο λόγο, εκφράζει την άποψή της για το ζήτημα, χωρίς να απέχει σημαντικά από τα γραπτά του προηγούμενου αρθρογράφου. Έχει την πεποίθηση ότι όσα διαδραματίστηκαν προ ημερών στην Αμάρυνθο, δεν αποτελούν καθόλου μεμονωμένα συμβάντα. Απλά αποτυπώνουν τη σκοτεινή, την αθέατη όψη του εαυτού μας που κανείς μας δε θέλει να δει: «Την όψη του κυνικού χαβαλέ, που νοιάζεται μόνο για την πάρτη του, του εγωιστή Νεοέλληνα που έχει μόνο αυτός δίκιο και δικαίωμα. Του γονέα που προτρέπει τα παιδιά του στην κούρσα της ατομικής επικράτησης με όλα τα μέσα». Επιρρίπτει και αυτή το μεγαλύτερο μέρος των ευθυνών στους μεγαλύτερους, και κυρίως στους γονείς που στρώνονται κάθε βράδυ στην τηλεοθόνη και δείχνουν ολοένα και περισσότερη ανεκτικότητα απέναντι στα βλαστάρια τους· «σχεδόν παλιμπαιδίζοντες» τους χαρακτηρίζει που επιτρέπουν στα παιδιά τους «να μεγαλώσουν βυθισμένα στον κόσμο των ενηλίκων, αφομοιώνοντας αμάσητα, στρεβλά, χωρίς το φίλτρο της εμπειρίας, τη βία, τη βαρβαρότητα, τις αντιφάσεις, την υποκρισία, την κοινωνική αφωνία των μεγάλων». Αποτέλεσμα όλων αυτών, «τα παιδιά φτάνουν σήμερα να ηρωοποιούν την αρπακτικότητα, τη χυδαιότητα, την ελαφρότητα, την ασυνέπεια και κυρίως τη βία. Παθητικοί δέκτες πληροφοριών όπου κυριαρχεί το παράδοξο, το δραματικό, το παρεκκλίνον, το καταστροφικό, δυσκολεύονται να συνθέσουν την απλή αληθινή εικόνα των γεγονότων»…
Σκληρές οι διαπιστώσεις, αλλά δίκαιες! Διαπιστώσεις που φανερώνουν την αγωνία κάθε λογικού ανθρώπου. Διαπιστώσεις που κανονικά θα έπρεπε να εξεγείρουν τα υγιή κύτταρα αυτής της κοινωνίας (αν υπάρχουν πλέον τέτοια), να ξεσηκώσουν τους σκεπτόμενους πολίτες, να αφυπνίσουν υπνώττουσες συνειδήσεις. Αντί όμως για όλ’ αυτά, οι πολίτες «του καναπέ» παρακολουθούν μακαρίως από τους πάντα ανοιχτούς δέκτες των τηλεοράσεών τους τους Ευαγγελάτους να «πληροφορούν» την κοινή γνώμη για την εθνικότητα του παιδιού που βιάστηκε (λες και ο βιασμός ενός 16χρονου παιδιού εξαρτάται από την καταγωγή), για το «ποιόν» της μάνας του, για το που εργάζονται οι γονείς των αγοριών που κι αυτά εν τέλει είναι πρώτα θύματα αυτού του αρρωστημένου καιρού που ζούμε, κι ύστερα θύτες. Από δημοσιογραφικό ενδιαφέρον δήθεν, μας παρουσιάζουν με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τη σκηνή του βιασμού και την κινηματογράφησή του από συμμαθήτριες των παιδιών λες και πρέπει σώνει και καλά να μάθουμε «τα πάντα» για το γεγονός! Βέβαια εμείς επιβραβεύουμε στη συνέχεια αυτούς τους συνεπείς στο «έργο» τους δημοσιογράφους με άπιαστα «νούμερα» τηλεθέασης. Κι εκεί θεωρούμε πως κάναμε το καθήκον μας!
Τι δέον γενέσθαι λοιπόν; Μα τα δύο κείμενα που παραθέσαμε δείχνουν τον δρόμο: οι μεγάλοι, θα πρέπει επιτέλους να πάψουν να κοιμούνται μακαρίως και να αντιληφθούν πως κάτι πρέπει να αλλάξει στην κοινωνία μας. Δεν πρόκειται να πλησιάσουν τα παιδιά τους αν ντύνονται όπως αυτά ή αν μιλούν όπως εκείνα. Δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ ένα μ’ αυτά γιατί ούτε τα ίδια τα παιδιά το θέλουν αυτό! Θέλουν τους γονείς τους πιο μακριά, όχι να ταυτίζονται μαζί τους! Ο παλιμπαιδισμός που έχει καταλάβει πολλούς γονείς είναι ακατανόητος. Ας αφήσουν τα παιδιά τους να ζήσουν σαν παιδιά κι ας αντιληφθούν πως πέρασε η εποχή που ήταν οι ίδιοι παιδιά (το παράδειγμα με τη μητέρα και την κόρη όπου η μητέρα να είναι πιο προκλητικά ντυμένη από την κόρη της είναι χαρακτηριστικό νομίζω και το έχουμε δει όλοι μας). Χρειάζεται λοιπόν περισσότερη αυστηρότητα και έλεγχος των παιδιών. Είναι κάτι που το έχουν ανάγκη τα παιδιά πρωτίστως! Απ’ την άλλη, τα παιδιά θα πρέπει να πάψουν να σκέφτονται σα μεγάλοι. Δεν είναι ούτε πολιτικοί, ούτε γονείς, ούτε καθηγητές. Δεν είναι δυνατόν να έχουν λόγο για τα πάντα, να αποφασίζουν για τα πάντα, να έχουν μόνο δικαιώματα και ποτέ υποχρεώσεις. Θα πρέπει να διαπαιδαγωγηθούν από όλους τους φορείς της εκπαίδευσης (γονείς, εκπαιδευτικούς, πολιτεία) πως για να έχεις δικαιώματα, πρέπει να είσαι συνεπής και στις υποχρεώσεις σου. Και μια βασική υποχρέωση των μαθητών είναι να ασχολούνται με τα μαθήματά τους και όχι με την αναθεώρηση ή μη των άρθρων του συντάγματος. Ευτυχώς υπάρχουν στον τόπο μας δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις που μπορούν να πάρουν τις ορθότερες αποφάσεις. Αν κάποια σταλινικά απολιθώματα δεν το επιθυμούν αυτό και επιδιώκουν να βγουν από τη λήθη που τους έχει καταδικάσει η συλλογική μνήμη, τουλάχιστον ας μην παίζουν με το μέλλον των παιδιών ή ας μην τους το επιτρέψει επιτέλους η συγκροτημένη πολιτεία στην οποία ζούμε!
Υ.Γ.: Και μετά μας φταίει η παρουσία κληρικών στα σχολεία και τους εξωπετάμε από αυτούς τους χώρους τώρα που τους έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ. Ας καταργήσουμε και την προσευχή, και τις εικόνες από τις αίθουσες, και τα θρησκευτικά, να γίνουμε «Ευρωπαίοι». Είναι γνωστό εξάλλου πως «Δίχως Θεό, όλα επιτρέπονται». Ακόμα και οι ομαδικοί βιασμοί στα σχολεία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου